εστάλη από
eksegersi.gr
Μέσα σ’ ένα δεκαπενθήμερο πήγαμε από το τρίο στο ντούο ξεφτίλα και
από την κυβέρνηση της ΝΔ με «εσάνς» ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση
ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (με ετεροβαρή υπέρ της ΝΔ σύνθεση). Για κάποιες ώρες, όταν ο
Κουβέλης την έκανε από την τρικομματική συμμαχία, η προοπτική μιας
ανεπιθύμητης εκλογικής μάχης διαγραφόταν ζωηρά στον ορίζοντα. Τελικά,
Βενιζέλος και Σαμαράς στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, σχημάτισαν
δικομματική κυβέρνηση και οι εκλογές προς το παρόν αποφεύχθηκαν.
Λέμε ότι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων γιατί αυτό απαιτούσαν οι παράγοντες του συστήματος, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ακόμα κι ο Κουβέλης που την έκανε, φρόντισε να μη σηκώσει πολεμικούς
τόνους και να δηλώνει πάντα διαθέσιμος να στηρίξει την κυβέρνηση, ειδικά
σε όλα τα θέματα που αποτελούν προαπαιτού-μενα του Μνημόνιου. Ιδιαίτερα
προσεκτικός ήταν απέναντί του και ο Σαμαράς, γιατί τον έχει ανάγκη, ενώ
ο Βενιζέλος υπήρξε πιο δηκτικός, επειδή υπάρχει ο μεταξύ τους
ανταγωνισμός για την Κεντροαριστερά.
Και αυτός, πάντως, δεν δημιούργησε σκηνικό ρήξης με τη ΔΗΜΑΡ, αν και για
μια φορά ακόμη αισθάνθηκε πόσο αδίστακτος στο φραξιονισμό είναι ο
Κουβέλης.
Γράφτηκε και λέχτηκε κατά κόρον, ότι ο Σαμαράς δεν πήγε στις εκλογές,
γιατί το απαίτησε η Μέρκελ, που θέλει πανευρωπαϊκή ησυχία μέχρι τις
γερμανικές εκλογές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Μέρκελ του είπε τα
«γαλλικά» της, όμως και ο ίδιος δεν μπορούσε να πάει σε εκλογές, έτσι
όπως τα είχε καταφέρει. Πήγε να παραστήσει τον Βοναπάρτη και βρέθηκε
δεμένος χειροπόδαρα. Με τι κώλο θα πήγαινε σε εκλογές; Ρισκάροντας να
χάσει την πρώτη θέση από το ΣΥΡΙΖΑ; Κι αν κατάφερνε τελικά να κερδίσει
στο νήμα, ρισκάροντας να μην έχει συμμάχους για να σχηματίσει κυβέρνηση,
αφού ΔΗΜΑΡ και ΠΑΣΟΚ είναι στο όριο της εκλογικής επιβίωσης;
Λογικό ήταν, αφού δεν μπορούσε να πάει σε εκλογές, να δώσει στον
Βενιζέλο τον ανασχηματισμό, μια περίοπτη θέση για τον ίδιο και 10 θέσεις
στην κυβέρνηση (με τέσσερα, όμως, μόνο υπουργεία). Το αποτέλεσμα ήταν
να δυσαρεστήσει αρκετούς δεξιούς βουλευτές που περίμεναν υπουργοποίηση,
αλλά όσο είναι πρωθυπουργός αυτοί δεν μπορούν να του κάνουν ζημιά. Οι
γκρίνιες ενόψει συνέδριου είναι καλές για να γεμίζουν τις παραπολιτικές
σελίδες των εφημερίδων, όμως ο Σαμαράς δεν ανησυχεί. Το πολύ να
εκτονωθούν μην εκλέγοντας κάποιους από τη λίστα που θα προωθήσουν οι
άνθρωποι του Μαξίμου. Μικρό το κακό, από τη στιγμή που ο Σαμαράς ελέγχει
την κυβέρνηση, την κοινοβουλευτική ομάδα και το κόμμα.
Κάποιοι Πασόκοι την πέφτουν επίσης στον Βενιζέλο για τη συμμετοχή
στην κυβέρνηση. Δεν αναφερόμαστε μόνο στον Παναγιωτακόπουλο που όλο
φεύγει από το ΠΑΣΟΚ αλλά όλο εκεί τον βρίσκουμε, αλλά και στα
υπολείμματα του παπανδρεϊσμού, με επικεφαλής τον Καρχιμάκη, ο οποίος
αναρωτιέται «στις επόμενες εκλογές ποιο θα είναι το ιδεολογικό και το
πολιτικό πρόσημο της διαφοροποίησης της Δημοκρατικής Παράταξης από την
δεξιά;». Οταν ήρθε η ώρα ν’ αποφασίσουν, όμως, όλοι εξουσιοδότησαν τον
Βενιζέλο να κάνει τους χειρισμούς κι όταν αυτός συμφώνησε με τον Σαμαρά
για κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, όλοι συμφώνησαν μαζί του, έστω και με… κριτικό
τρόπο.
Ακόμη και η… Θεοδώρα Τζάκρη. Βλέπετε, αν γίνονταν εκλογές, πολλοί από
δαύτους θα έβλεπαν τη βουλευτική τους θητεία να τερματίζεται πρόωρα, ενώ
τώρα και το παραδάκι θα εξακολουθήσουν να εισπράττουν και τις ελπίδες
τους να θρέφουν.
Μπορεί η δικομματική κυβέρνηση να «σηκώσει» το ΠΑΣΟΚ; Αστεία
πράγματα. Με τι πολιτική; Οταν βρίσκονται σε εντατικά παζάρια με την
τρόικα για να βρουν τους τομείς από τους οποίους θα κόψουν κονδύλια για
να καλύψουν τη «μαύρη τρύπα», χωρίς να χρειαστεί να χτυπήσουν ξανά
μισθούς και συντάξεις ή να βάλουν νέο χαράτσι, είναι δυνατόν να μιλάμε
για οριακή έστω ελάφρυνση του λαού από τα βάρη που τον ανάγκασαν να
σηκώνει; Εδώ ακόμη και η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, στην οποία τόσο
είχε ποντάρει ο κυβερνητικός συνασπισμός, παραπέμφθηκε στις ελληνικές
καλένδες. Εδώ ο ίδιος ο Σαμαράς, στην πρώτη συνεδρίαση του νέου
υπουργικού συμβούλιου καθόρισε ως πρώτιστο στόχο τη συμφωνία με την
τρόικα για να παρθεί η δόση!
Δεν μπορεί να μακροημερεύσει (και) αυτή η κυβέρνηση κι αυτό το ξέρουν
καλά όλοι τους. Δεν έχουν όμως άλλη λύση. Τι μπορούσε να κάνει ο
Βενιζέλος; Ν’ ακολουθήσει τον Κουβέλη, να ρίξει την κυβέρνηση και να
ξεκινήσει… πορεία στο λαό, με όλο το μιντιακό σύστημα να τον λοιδορεί
και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να τον ανακηρύσσουν σε persona non grata;
‘Η μήπως μπορούσε να παζαρέψει με τον Σαμαρά τίποτα καλύτερο από την
προσωπική του βόλεψη, με την παραχώρηση θέσεων αντιπροέδρου και ΥΠΕΞ;
Οταν έριξε όλο το βάρος στην προσωπική του βόλεψη, ευνόητο είναι να μην
μπορέσει να πάρει όλες τις θέσεις υπουργών που ήθελε. Κάπου πάτησε πόδι
και ο Σαμαράς.
Το μάξιμουμ που διεκδικεί αυτή την περίοδο ο Βενιζέλος είναι η στήριξη
από το μιντιακό σύστημα και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έναντι του
Κουβέλη, ώστε να ξαναμπεί στη Βουλή (όποτε κι αν γίνουν εκλογές) και να
δει μετά τι μπορεί να κάνει. Γι’ αυτό και έτρεξε να μπει στην κυβέρνηση
του Σαμαρά.
Σε επίπεδο πρακτικής πολιτικής τίποτα δεν έχει αλλάξει. Ούτε
πρόκειται ν’ αλλάξει. Το πολύ που μπορεί να ανεχτούν οι αποικιοκράτες
της ΕΕ είναι να μη ζητήσουν νέα μέτρα για μισθούς-συντάξεις-φόρους και
να χορηγήσουν κάποιο συμπληρωματικό δάνειο. Δε θα δεχτούν, όμως, και να
ελαφρύνει το βάρος στις πλάτες του λαού. Ούτε σε συμβολικό επίπεδο. Αυτά
τα ξεκαθάρισε και πάλι ο Σόιμπλε την περασμένη Τετάρτη, παρουσιάζοντας
στο Βερολίνο το σχέδιο του γερμανικού προϋπολογισμού για το 2014.
Επομένως, η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ θα βαδίζει συνεχώς επί ξυρού ακμής
και ο ΣΥΡΙΖΑ θα περιμένει να σαπίσει εντελώς για να τη διαδεχτεί στην
αστική εξουσία.
Χανς-Ντίτριχ Κουβέλης ή Καρατζαφώτης;
Εδώ και καιρό, στελέχη της ΔΗΜΑΡ έλεγαν πως θέλουν να δουν τον Φώτη
Κουβέλη σε ρόλο Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ και το κόμμα τους σε ρόλο FDP. Στην
πολιτική πιάτσα ήταν γνωστές οι επαφές αυτών των στελεχών με στελέχη
της πάλαι ποτέ «ανανεωτικής πτέρυγας» που παρέμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν
λογικό, λοιπόν, αυτά τα στελέχη να σπρώχνουν τον Κουβέλη να φύγει από τη
συγκυβέρνηση εκμεταλλευόμενος την «κρίση της ΕΡΤ». Ποιο ήταν το βασικό
τους επιχείρημα; Οι κρυφές δημοσκοπήσεις που δείχνουν τη ΔΗΜΑΡ αυτή τη
στιγμή να δίνει αγώνα επιβίωσης. Να βρίσκεται δηλαδή στο όριο του 3%, το
οποίο εύκολα θα μπορούσε να πέσει στο μισό, αν πριν τη λήξη της θητείας
της συγκυβέρνησης αυτή θα αναγκαζόταν να πάρει νέα αντιλαϊκά μέτρα.
Αλλα στελέχη πίεζαν προς την αντίθετη κατεύθυνση: παραμονή στη
συγκυβέρνηση και έναρξη διαδικασιών για δημιουργία της ελληνικής «Ελιάς»
με κορμό το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ. Βασικό τους επιχείρημα ο μιντιακός
πόλεμος που θα δεχτεί η ΔΗΜΑΡ μετά την εγκατάλειψη της συγκυβέρνησης.
Απ’ αυτά τα στελέχη ο Μπίστης μίλησε με τον μεγαλύτερο κυνισμό,
θυμίζοντας το κάζο του Καρατζαφέρη που εξαφανίστηκε από το χάρτη μόλις
εγκατέλειψε τη συγκυβέρνηση Παπαδήμου.
Ο Κουβέλης τάχθηκε τελικά με την πρώτη άποψη. Οχι γιατί την
υποστήριζαν οι περισσότεροι (στην αρχηγοκεντρική ΔΗΜΑΡ ξέρει να
επιβάλλει την άποψή του, όπως έχει αποδειχτεί πολλές φορές), αλλά γιατί
θέλει να το παλέψει να γίνει ο «έλληνας Γκένσερ». Εκρινε ότι
παραμένοντας στην κυβέρνηση θα υφίστατο ανεπανόρθωτη ζημιά και θα
σερνόταν σε συμμαχία με τον Βενιζέλο που θα ήταν ετεροβαρής για τη ΔΗΜΑΡ
και για τον ίδιο, ενώ εκτός συγκυβέρνησης εκτιμά ότι μπορεί να μαζέψει
τα ορφανά του ΠΑΣΟΚ (διαδικασία που είχε ήδη ξεκινήσει) και να μπει στη
Βουλή, παρά τον μιντιακό πόλεμο που ξέρει ότι θα δεχτεί. Μπαίνοντας στη
Βουλή θα μπορεί να συμμαχήσει με τον νικητή των επόμενων εκλογών, ακόμα
και αν αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμά ότι η παραμονή εκτός συγκυβέρνησης
για ένα διάστημα θα λειτουργήσει σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τον ίδιο
και το κόμμα του.
Αναλογίες με την περίπτωση Γκένσερ, βέβαια, αποκλείεται να υπάρξουν.
Οχι μόνο γιατί ο Κουβέλης δεν έχει το πολιτικό διαμέτρημα που είχε ο
Γκένσερ, αλλά και γιατί ο Γκένσερ έκανε το παιχνίδι του με το κόμμα του
να είναι απαραίτητο ως μπαλαντέρ. Μ’ αυτό το παιχνίδι κατάφερε να γίνει ο
μακροβιότερος υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, υπηρετώντας υπό τρεις
καγκελάριους, σε πέντε διαδοχικές κυβερνήσεις. Προερχόμενος από την
πολιτική σκηνή της Ανατολικής Γερμανίας, δραπέτευσε στη Δυτική και
χρησιμοποιήθηκε από τον Βίλι Μπραντ αρχικά ως υπουργός Εσωτερικών και
μετά ως υπουργός Εξωτερικών. Στην ίδια θέση διατηρήθηκε και από τον
Χέλμουτ Σμιτ, κλείνοντας μια οχταετία (1974-1982) ως υπουργός Εξωτερικών
και αντικαγκελάριος σε συμμαχική κυβέρνηση με τους σοσιαλδημοκράτες του
SPD. Το 1982 έκανε το μεγάλο άλμα, ψηφίζοντας στη Βουλή υπέρ της
πρότασης μομφής που υπέβαλαν οι Χριστιανοδημοκράτες του Χέλμουτ Κολ.
Ετσι, η Γερμανία άλλαξε κυβέρνηση χωρίς να γίνουν εκλογές. Στη συνέχεια,
ο Γκένσερ διατήρησε τα ίδια πόστα (υπουργός Εξωτερικών και
αντικαγκελάριος) στις κυβερνήσεις του Κολ, μέχρι που παραιτήθηκε για
λόγους υγείας το 1992. Ολ’ αυτά τα χρόνια κατάφερνε, χάρη στην προσωπική
του ακτινοβολία και τις διεθνείς επαφές που είχε αναπτύξει, να βάζει
άνετα το FDP στη γερμανική βουλή, πράγμα που μετά βίας κατάφεραν οι
επίγονοί του Βεστερβέλε και Ρέσλερ, οι οποίοι και πάλι έχουν το FDP
μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, με τα γκάλοπ να δίνουν «μπαίνει – δεν
μπαίνει» στη γερμανική Βουλή.
Καμιά σχέση, λοιπόν, ο Γκένσερ και το FDP με Κουβέλη και ΔΗΜΑΡ. Κι
αυτό το έχει συνειδητοποιήσει ο Κουβέλης, όταν είδε ότι τουλάχιστον το
Συγκρότημα Ψυχάρη ξεκίνησε έναν άγριο πόλεμο ενάντια στη ΔΗΜΑΡ,
απαξιώνοντας και τον ίδιο προσωπικά. Ξέρει, επίσης, ότι εκτός από τον
ίδιο, και ο Βενιζέλος θέλει να παίξει το ρόλο του Γκένσερ, μιας και το
ΠΑΣΟΚ δεν γίνεται να ξεκολλήσει από το μονοψήφιο εκλογικό νούμερο. Γι’
αυτό και φρόντισε αμέσως να «μαζευτεί». Είναι χαρακτηριστικό ότι στη
δήλωση που έκανε την περασμένη Τρίτη η λέξη ΕΡΤ δεν υπάρχει ούτε μια
φορά. Αποχωρήσαμε από την κυβέρνηση, είπε, γιατί «δεν ήταν επί της
ουσίας τρικομματική σε πολλά και σημαντικά ζητήματα της ασκούμενης
πολιτικής» και η παραμονή σ’ αυτή «θα μετέτρεπε τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ
σε μια στήριξη χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς αντίκρισμα στην αντιμετώπιση
των προβλημάτων της χώρας και της κοινωνίας». Μ’ άλλα λόγια, το μήνυμα
είναι ότι η ΔΗΜΑΡ δεν πρόκειται να κάνει καμιά έξαλλη αντιπολίτευση, δεν
πρόκειται να επιμείνει στο θέμα της ΕΡΤ, δεν σκοπεύει ν’ απαιτήσει να
συζητηθεί άμεσα η πρόταση νόμου για κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού
Περιεχομένου, που έχει καταθέσει. Ας κάνει ό,τι θέλει η κυβέρνηση, ας
λύσει το πρόβλημα με την ησυχία της και από τη ΔΗΜΑΡ δεν χρειάζεται ν’
ανησυχεί.
«Η κοινοβουλευτική μας στάση δε θα είναι μια στάση που θα αναγκάσει
την κυβέρνηση να κάνει εκλογές», διαβεβαίωνε την Τετάρτη από τη
συχνότητα του Real FM ο Γ. Κακουλίδης. Ακόμη και τους
Μανιτάκη-Ρουπακιώτη-Σκοπούλη, που υποτίθεται ότι θα έκαναν αποκαλύψεις
για την αντιδημοκρατική λειτουργία της κυβέρνησης, τους μάζεψαν. Για να
γίνει πιο πιστευτός, ο Κουβέλης έβαλε τον σφουγγοκωλάριο Α. Παπαδόπουλο
να δηλώσει ότι δεν μπορεί η ΔΗΜΑΡ να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, διότι
αυτός «συνεχίζει να είναι μια στείρα αντιπολιτευτική δύναμη, ανέξοδης
παροχολογίας, που αντιμάχεται κάθε έννοια μεταρρύθμισης και που με την
πολιτική του οδηγεί τη χώρα εκτός ευρώ και κατ’ επέκταση στη χρεοκοπία».
Ακόμα και ο πρωτομάστορας της προσέγγισης με τον ΣΥΡΙΖΑ Θ. Μαργαρίτης
πήρε εντολή να «μαζευτεί» και έδωσε συνέντευξη στο ΑΠΕ για να χτυπήσει
τη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, «η οποία είναι μια τυφλή αντιπαράθεση με την ΕΕ,
χωρίς αποτελεσματικότητα και εναλλακτικές λύσεις». Ολ’ αυτά, βέβαια,
αλλάζουν, όμως αυτή τη στιγμή το μέλημα του Κουβέλη είναι ν’ αποφύγει να
γίνει Καρατζαφώτης.
Με αντάλλαγμα αυτή την «υπεύθυνη» στάση, στάση «ανοχής» προς τη
δικομματική κυβέρνηση, τα στελέχη της ΔΗΜΑΡ εξακολουθούν να εμφανίζονται
καθημερινά στα τηλεοπτικά πρωινάδικα. Αλλιώς θα τα είχε φάει το μαύρο
σκοτάδι. Βλέπετε, και το σύστημα χρειάζεται μια «υπεύθυνη» ΔΗΜΑΡ, η
οποία θα στηρίξει μέχρι το τέλος τη σημερινή κυβέρνηση κι αν αύριο
χρειαστεί να συμμαχήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ, θ’ αποτελέσει το καλύτερο άλλοθι
του Τσίπρα και της παρέας του για «προσαρμογή στο ρεαλισμό». Αν ο
Κουβέλης συμπεριφερθεί όπως πρέπει, δε θα έχει την τύχη του Καρατζαφέρη.
Θα τον βοηθήσουν να επιβιώσει. Αν αρχίσει τίποτα «λαϊκίστικα», θα τον
τσακίσουν.
Υπάρχει, όμως, ένα άλλο πρόβλημα. Ποιος θα ηγεμονεύ-σει στην
«Κεντροαριστερά»; Ο Βενιζέλος ή ο Κουβέλης; Δυο ηγεμόνες σ’ αυτό το
μικρό φέουδο δε χωράνε. Ο πόλεμος μεταξύ τους αναγκαστικά θα τροφοδοτεί
με παρενέργειες το πολιτικό σκηνικό.
Τα κριτήρια υπαγορεύονται από τον μνημονιακού νόμο 4046/2012, ο οποίος επιβάλει μηδενισμό των ελλειμμάτων και διακοπή κάθε κρατικής επιχορήγησης.
Τα ποσά που θα καταβάλλει κάθε Ταμείο θα καθοριστούν μέχρι τις 27 Ιουλίου, με τη λειτουργία της νέας τεχνικής βάσης υπολογισμού των εφάπαξ. Οι μειώσεις θα ισχύσουν από την επόμενη χρονιά.
Το μεγαλύτερο "ψαλίδισμα" θα γίνει στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, όπου τα εφάπαξ προβλέπεται ότι θα μειωθούν έως και κατά 82%(!). Εκτιμάται ότι μετά τη διακοπή της κρατικής επιχορήγησης θα περιοριστούν σε 5.300 - 7.000 ευρώ, αντί των 40.000 ευρώ που καταβάλλονται κατά μέσο όρο τώρα και 60.000 που ήταν ο μέσος όρος πριν γίνει η μείωση κατά 38,5%.
sofokleous in