20.12.13
ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
ΠΑΡΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΟ ΜΕΤΡΟ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ...ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ...
Σοβαρότατες ενστάσεις διατύπωσε το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής σχετικά με τη συνταγματικότητα βασικών διατάξεων του πολυνομοσχεδίου που αφορούν τον Ειδικό Φόρο Ακινήτων και τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ενώ αντιφατικές και αλληλοαναιρούμενες χαρακτήρισε πολυάριθμες ρυθμίσεις.
Ειδικότερα, εκφράζει επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα της εισαγωγής εισοδηματικών κριτηρίων στο φόρο που επιβάλλεται επί της περιουσίας και παραπέμπει σε αποφάσεις ευρωπαϊκών συνταγματικών δικαστηρίων (Γαλλικό και Γερμανικό) όπου και αναφέρεται ρητώς ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας καθώς και ότι «ο φόρος πρέπει να καταβάλλεται ετησίως από τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται κατά συνήθη χρήση από τη συγκεκριμένη περιουσία».
«Ο φόρος κατοχής της περιουσίας πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται δια των εισοδημάτων που παράγει αυτή και συνεπώς για να είναι η φορολόγηση της περιουσίας συνταγματικώς ανεκτή ή πρέπει η κατοχή της να συνδέεται και με παραγωγή εισοδήματος» υπογραμμίζεται στην έκθεση, με βάση την ευρωπαϊκή νομολογία. Σχολιάζοντας, μάλιστα, τις διατάξεις περί παροχής «εκπτώσεων» στο φόρο με βάση εισοδηματικά κριτήρια το Επιστημονικό Συμβούλιο σημειώνει: «η σύνδεση τυχόν απαλλαγών ή μειώσεων από τον φόρο με κριτήρια μη συνδεόμενα με το είδος και την αξία του αντικειμένου του φόρου (ακίνητη περιουσία) ή με την προσωπική φοροδοτική ικανότητα (ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα) ή με τη συνολική αξία της περιουσίας του δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία με το άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος».
Ταυτόχρονα, στην έκθεση σημειώνεται ότι η προϋπόθεση που θέτει ο νόμος να μην έχει κάποιος ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο προκειμένου να δικαιούται εκπτώσεις έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον σκοπό της διάταξης που είναι η απαλλαγή προσώπων που βρίσκονται σε «οικονομική αδυναμία πληρωμής».
Αντιβαίνουσες προς το Σύνταγμα χαρακτηρίζει, όμως, το Επιστημονικό Συμβούλιο και βασικές διατάξεις για τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ). Ειδικότερα, περιγράφει ως «προβληματική» τη ρύθμιση (άρθρο 22 παράγραφος 6) που χαρακτηρίζει εκπιπτόμενες τις δαπάνες πραγματικών συναλλαγών υπό την προϋπόθεση ότι δεν διαφέρουν από την «αγοραία» αξία τους. «Είναι προφανές ότι κατά την εφαρμογή της προτεινόμενης ρύθμισης θα προκύψει σειρά πρακτικών προβλημάτων ως προς το ζήτημα της απόδειξης της συνδρομής της συγκεκριμένης προϋπόθεσης, ειδικώς σε περιπτώσεις χορήγησης εκπτώσεων ή άλλων παροχών καθώς και στον κλάδο παροχής υπηρεσιών» προειδοποιούν οι συντάκτες της έκθεσης. Προσθέτει μάλιστα ότι ουσιαστικά η ρύθμιση επιβάλλει στους επιχειρηματίες «συγκεκριμένο τρόπο διαμόρφωσης τιμήματος» κάτι που αντιβαίνει στην συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων.
Αντισυνταγματική η αμνηστία στον οικονομικό διαχειριστή της ΕΡΤ
Αντισυνταγματική χαρακτηρίζει, επίσης, το Επιστημονικό Συμβούλιο και τη ρύθμιση (άρθρο 38) που απαλλάσσει τον ειδικό διαχειριστή της ΕΡΤ από κάθε αστική ή ποινική ευθύνη για τις τελεσθείσες ή μελλοντικές πράξεις του. Συγκεκριμένα, εξηγεί ότι η παροχή αμνηστίας για μελλοντικές πράξεις «δεν συνάδει» προς τη συνταγματική αρχή της διάκρισης των λειτουργιών.
πηγή: Αυγή
Σοβαρότατες ενστάσεις διατύπωσε το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής σχετικά με τη συνταγματικότητα βασικών διατάξεων του πολυνομοσχεδίου που αφορούν τον Ειδικό Φόρο Ακινήτων και τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ενώ αντιφατικές και αλληλοαναιρούμενες χαρακτήρισε πολυάριθμες ρυθμίσεις.
Ειδικότερα, εκφράζει επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα της εισαγωγής εισοδηματικών κριτηρίων στο φόρο που επιβάλλεται επί της περιουσίας και παραπέμπει σε αποφάσεις ευρωπαϊκών συνταγματικών δικαστηρίων (Γαλλικό και Γερμανικό) όπου και αναφέρεται ρητώς ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας καθώς και ότι «ο φόρος πρέπει να καταβάλλεται ετησίως από τα εισοδήματα τα οποία προέρχονται κατά συνήθη χρήση από τη συγκεκριμένη περιουσία».
«Ο φόρος κατοχής της περιουσίας πρέπει να μπορεί να καταβάλλεται δια των εισοδημάτων που παράγει αυτή και συνεπώς για να είναι η φορολόγηση της περιουσίας συνταγματικώς ανεκτή ή πρέπει η κατοχή της να συνδέεται και με παραγωγή εισοδήματος» υπογραμμίζεται στην έκθεση, με βάση την ευρωπαϊκή νομολογία. Σχολιάζοντας, μάλιστα, τις διατάξεις περί παροχής «εκπτώσεων» στο φόρο με βάση εισοδηματικά κριτήρια το Επιστημονικό Συμβούλιο σημειώνει: «η σύνδεση τυχόν απαλλαγών ή μειώσεων από τον φόρο με κριτήρια μη συνδεόμενα με το είδος και την αξία του αντικειμένου του φόρου (ακίνητη περιουσία) ή με την προσωπική φοροδοτική ικανότητα (ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα) ή με τη συνολική αξία της περιουσίας του δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία με το άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος».
Ταυτόχρονα, στην έκθεση σημειώνεται ότι η προϋπόθεση που θέτει ο νόμος να μην έχει κάποιος ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο προκειμένου να δικαιούται εκπτώσεις έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον σκοπό της διάταξης που είναι η απαλλαγή προσώπων που βρίσκονται σε «οικονομική αδυναμία πληρωμής».
Αντιβαίνουσες προς το Σύνταγμα χαρακτηρίζει, όμως, το Επιστημονικό Συμβούλιο και βασικές διατάξεις για τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ). Ειδικότερα, περιγράφει ως «προβληματική» τη ρύθμιση (άρθρο 22 παράγραφος 6) που χαρακτηρίζει εκπιπτόμενες τις δαπάνες πραγματικών συναλλαγών υπό την προϋπόθεση ότι δεν διαφέρουν από την «αγοραία» αξία τους. «Είναι προφανές ότι κατά την εφαρμογή της προτεινόμενης ρύθμισης θα προκύψει σειρά πρακτικών προβλημάτων ως προς το ζήτημα της απόδειξης της συνδρομής της συγκεκριμένης προϋπόθεσης, ειδικώς σε περιπτώσεις χορήγησης εκπτώσεων ή άλλων παροχών καθώς και στον κλάδο παροχής υπηρεσιών» προειδοποιούν οι συντάκτες της έκθεσης. Προσθέτει μάλιστα ότι ουσιαστικά η ρύθμιση επιβάλλει στους επιχειρηματίες «συγκεκριμένο τρόπο διαμόρφωσης τιμήματος» κάτι που αντιβαίνει στην συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων.
Αντισυνταγματική η αμνηστία στον οικονομικό διαχειριστή της ΕΡΤ
Αντισυνταγματική χαρακτηρίζει, επίσης, το Επιστημονικό Συμβούλιο και τη ρύθμιση (άρθρο 38) που απαλλάσσει τον ειδικό διαχειριστή της ΕΡΤ από κάθε αστική ή ποινική ευθύνη για τις τελεσθείσες ή μελλοντικές πράξεις του. Συγκεκριμένα, εξηγεί ότι η παροχή αμνηστίας για μελλοντικές πράξεις «δεν συνάδει» προς τη συνταγματική αρχή της διάκρισης των λειτουργιών.
πηγή: Αυγή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου