13.3.11
Εθνικός Χειμώνας
Του Υποστρατήγου ε.α. Κωνσταντίνου Αργυροπούλου
Είμαστε στην καρδιά του Χειμώνα. Του Θεού η ματιά πέφτει ψυχρή επάνω σ’ εκείνους, που πιστεύουν, ότι χειμώνας είναι είδος ποινής των κατατεθλιμμένων και όχι γονιμοποίηση του πνεύματος των πιστευόντων. Του Θεού οι γραφιάδες κάνουν παύση στο ατέλειωτο υμνολόγιο του Πλάστη. Θέλουν μ’ αυτό να σκλαβώσουν για λίγο την φαντασία των θνητών αλαζόνων. Γιατί σε λίγο -το ξέρουν- ο Θεός θα διατάξει την Άνοιξη να επελάσει με άλματα ισονεφή. Εμείς, τα όντα αυτά, τα ταπεινά, πόσο άραγε σωστά, πόσο τάχα αληθινά, στέργουμε τους Θεϊκούς τους Νόμους ν’ ασπαστούμε. Μεσ’ τη μικρότητά μας, τα πάθη μας δηλώνουμε. Τους άλλους κρίνουμε αυστηρά. Τον εαυτό μας, έξω τον κρατούμε. Φθονούμε και προσβάλλουμε κι ακούραστα μισούμε. Μην είναι γνώρισμα οργής; Μην ειν’ η ψύχρα της οδύνης; Μην ειν’ το προανάκρουσμα μιας εκμηδένισης; Ελληνικός αφανισμός; Γιατί να είν’ αφανισμός; Συ άγνωρε ρωτάς γιατί να είν’ αφανισμός; Τί να’ ναι τότε; Να είναι ένα διάλειμμα. Νάρκη χειμέρια. Παύει ο νους να λειτουργεί. Παύει το Έθνος να ηχεί, να πάλλει η καρδιά του. Χειμώνας είναι άλλωστε. Τί περιμένεις; Σκέψου!
Τον ατομικισμό σου σκέψου. Τον εαυτό σου, τον κακόμοιρο. Σκέψου! Την τηλεόραση κλείσε και μίλησε με την σκέψη σου. Τον άλλο τον εαυτό σου. Ξέρεις ποιές αυταπάτες στην κάρα σου έχουν σταθεί; Καίρια ειν’ αυτή , η «μακριά από μένα». Όχι ψευτο-έλληνα, όχι! Δεν είναι μακριά από σένα. Δίπλα σου είναι. Σ’ αγγίζει. Με χνώτο αταίριαστο, φαρμακερό.
Έχεις πειστεί να μισαλλοδοξείς. Όμως όχι κατ’ άλλων. Κατά του της ευθύνης αρνητού εαυτού σου. Και τούτο εξεκίνησε, όταν η πίστη σου κλονίστηκε. Όταν οι υπόνοιες στράφηκαν, ότι αυτά που ο δάσκαλός σου σού έμαθε δεν ήταν τα σωστά. Ότι μην είσαι υπερήφανος σαν Έλληνας. Διότι Έλληνας δεν είσαι. Είσαι τουρκόσπορος, εισ’ αλβανός, εισ’ ένας λεβαντίνος. Είσ’ ένα ανάμιγμα φυλών. Όχι πάντως Αρείων. Ούτε των γονιδίων των αρίστων εισ’ αποκύημα. Είσαι κοινός ανθρωπάκος. Αν συνεισφέρεις στο «κοινό ταμείο» των κλεπτών, χρήσιμος είσαι. Αλλιώς είσ’ ένα τίποτε. Άχρηστος κι αναλώσιμος είσαι. Και μη ξεχνάς, δεν είσ’ Έλληνας. Έλληνες δεν υπάρχουν. Τούτος ο «τόπος», όπως είναι του πολιτικού συρμού η προσφώνηση, έγινε mixer πολιτισμών. Έτσι το θέλουν οι ξενόφερτοι άρχοντές μας. Αυτοί οι ξενοσπούδαστοι, οι ξενοκίνητοι, οι ξενόδουλοι. Κι εμείς σαν έντιμοι αμνοί, τον σβέρκο μας προτείνουμε. Να γίνουμε θυσία. Για να μας σφάξει ο αγάς. Να αγιάσουμε θαρρούμε.
Έλληνα σκέψου! Έλληνα είπα; Έλληνας είσαι; Δεν μπορεί! Οι Έλληνες ήταν μαχητές! Θυμάσαι; Θερμοπύλες. Μαραθώνας. Σαλαμίνα. Πλαταιές. Θυμάσαι; Αλλοίμονο, δεν θυμάσαι. Αρνείσαι τον Αλέξανδρο. Τον Μέγα. Ούτ’ ένα άγαλμα έχω δει του Αλεξάνδρου να κοσμεί των Αθηνών πλατεία. Κι ύστερα τί κράτησες στην εθνική σου μνήμη από την αυτοκρατορία εκείνη την χιλιόχρονη; Τίποτε. Κι αυτή κάποτε κουράστηκε και τότε ήλθε ο Τούρκος. Κι έκατσε για τα καλά. Δεν ήθελε να φύγει. Και το ’21 εδίδαξε. Τόλμη χρειάζεται. Αίμα ο φόρος. Ελευθερία ειν’ το τίμημα. Και οι προσκυνημένοι ζάρωσαν.
Φωτιά και τσεκούρι!
Η Ελλάδα προώρισται να τρέφεται με αρετές.
Η Ελλάδα εκεί που κείται, στη μεριά εκείνη του πλανήτη είν’ ένας στόχος διαρκής. Επιβίωση εθνική σημαίνει αρετή πολεμική. Αν τούτο εκλείψει, τότε η Ελλάδα θα ανήκει σε κάποιο παρελθόν. Στο βάθος της ιστορίας. Θα ακούγεται σαν ένα θλιμμένο παραμύθι. Σαν μία προς ήρωες ωδή. Κι ύστερα κλάμα σιγανό. Γόος απέραντος. Θρήνος. Ανταριασμένες οι ψυχές. Ευθύνη στους προδότες. Βδελύγματα. Υπόλογοι στον κανένα. Γιατί; Πού είναι η πολεμική αρετή των Ελλήνων; Μήπως κανείς την είδε; Πέρασε; Πάει;
Αυτό θέλουν οι απάτριδες. Χαίρονται οι δήθεν εκσυγχρονιστές. Στης πατρίδας το λεξικό, εκσυγχρονιστής σημαίνει ξενιστής. Ξενιστής στην βιολογία σημαίνει τον οργανισμό που φιλοξενεί κάποια παράσιτα, με τα οποία ζει και αναπτύσσεται μαζί.
Κατάρα! Γέμισε παράσιτα η δύσμοιρη Ελλάδα. Και τούτα τα παράσιτα με συμπαιγνία εισχώρησαν στον οίκο της δημοκρατίας. Και έπεισαν τους αφελείς, ότι του δήμου υπηρέτες έγιναν. Είπον ο καθείς εξ αυτών: υπουργέω, ως το υπηρετέω. Υπηρέτες λοιπόν ημών οι υπουργοί. Ναι;
Οποία ιδεολογική μόλυνση! Οποία κοινωνική βλασφημία!
Έλληνα, πού είσαι; Υπάρχεις κάπου εκεί; Μήπως είσαι συρρικνωμένος; Φοβάσαι; Ποιόν άραγε φοβάσαι; Τον εαυτό σου φοβάσαι! Δυσπιστείς στις περιστάσεις. Δυσπιστείς στο παρελθόν σου. Όλα όσα λάτρευες τα έχεις απελάσει. Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Τα δυο πρώτα έφυγαν. Εξατμίστηκαν. Το τρίτο παραπαίει. Πατήρ και μήτηρ πουθενά. Και τα παιδιά ρωτούνε. Τί στο καλό μας φέρατε σ’ αυτό τον κόσμο εδώ να; Ο ατομικισμός σας, ναί; Ο εγωισμός σας, ναί; Ο άφατος εαυτός σας. Μόνον αυτός. Και τώρα ιδού το ξήλωμα. Του έθνους ξεχαρβάλωμα.
Ποιόν να πιστέψουμε ξανά; Πού είναι το δίκιο; Αχώ σε ένα ερεβώδες τοπίο: Ποιοι να’ ναι οι ενάρετοι; Αχείς; Δεν αχείς. Στον εαυτό σου ψεύδεσαι. Διότι η συνείδησή σου η ένοχη, δειλό σε κάνει. Ξεσπάς σε κλαυθμυρίσματα, που ακούγονται μόνο από τα δικά σου αυτιά. Φοβάσαι ακόμη και το δικό σου παράπονο. Μάθε, ότι ο ουρανός δεν σ’ ακούει. Δεν δακρύζει. Δεν πυρώνουν τα μάτια του Θεού. Γιατί να σε συμπονέσει; Γιατί να σε στηρίξει; Μόνος σου διάλεξες τον κλωβό της αφροσύνης. Της αδράνειάς σου της πνευματικής. Είσαι ένα έρμαιον της βουλήσεως εκείνων, που σου ζυμώνουν τα κύτταρά σου, τα εγκεφαλικά. Μέσα από τα media τα δόλια, τα ανίερα, τα λοιμικά.
Ξύπνα Έλληνα. Γύρω σου δες. Αλήθεια, δεν γροικάς; Των εχθρικών των όπλων την κλαγγή δεν την ακούς; Ο τούρκος χαμογέλασε. Άσπρο δόντι σου έδειξε. Κι εσύ τον πίστεψες; Άλλαξε ο τούρκος; Απίστευτο! Ουδείς στον κόσμο ολόκληρο τούρκον επίστεψε, γιατί εσύ το έκανες; Μα το serial το τουρκικό είπε, ότι ο τούρκος είναι άνθρωπος πάγκαλος. Κι εσύ το πίστεψες; Θυμήσου αν το ξέχασες. Τούρκος φίλος δεν έγινε ποτέ. Θηρίο είναι ανήμερο. Πάγκακος είναι. Για να το ιδείς, δώσ’ του την αφορμή. Αυτή κι αυτός γυρεύει.
Και το μάρμαρο του μαρμαρωμένου λιώνει σιγά-σιγά από το δάκρυ του βασιλιά που το διαβρώνει, κάπου εκεί στα τρίσβαθα της περιφρονημένης μας Ιστορίας.
Έλληνα ξύπνα. Δες τα πράγματα, όπως εκείνος ο αγνός δάσκαλος σου έμαθε. Όπως σ’ ορμήνεψε ο πάππος σου. Ο ίδιος ο γονιός σου. Τούτα και συ πες στα παιδιά. Αυτά που σένα στέργουν. Οι ουσίες, πες τους, σαν κι αυτές που το νου ναρκώνουν για χάρη της πολιτικής ορθότητας, μια μέρα ακούστε το, θα σβήσουν την Ελλάδα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου