9.4.09
ΘΑ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΣ ΓΟΝΑΤΙΣΕΙ Η ΚΡΙΣΗ? ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ...
Εξ’ αιτίας κάποιας διαδήλωσης το κέντρο ήταν κλειστό και, αφού αφήσαμε το αυτοκίνητο σ’ ένα πάρκινγκ κοντά στον σταθμό του μετρό, μπήκαμε στον πρώτο συρμό που ήρθε. Ήταν γεμάτος από κόσμο που ένας Θεός ξέρει πού πήγαινε. Μας έκαναν χώρο διακριτικά για να χωρέσει η αναπηρική πολυθρόνα, ενώ ο Δημήτρης έβγαλε το καπέλο απ’ το κεφάλι του και μου το έδωσε να το κρατάω. Μετά ακολούθησε η καταστροφή. Με μια τσαχπίνικη κίνηση έβγαλε τη φυσαρμόνικα από την τσέπη του, την έφερε στα μπαρουτοκαπνισμένα χείλη του κι άρχισε να παίζει το «άστα τα μαλλάκια σου ανακατωμένα». Και να εισάκουγε η γη τις παρακλήσεις μου και να άνοιγε να με καταπιεί, δεν θα τα κατάφερνε αφού μεσολαβούσε το δάπεδο του ολοκαίνουργιου σιδερένιου βαγονιού. Κοκάλωσα... Η ντροπή μου σαν σύννεφο γέμισε το βαγόνι. Αυτός συνέχισε απτόητος να παρακινεί τα μαλλάκια σε ανέμισμα. Το θέαμα ήταν υπερβολικά γελοίο. Δύο καθώς πρέπει, καλοντυμένοι σαραντάρηδες, εκ των οποίων ο ένας με κάποια προφανή αλλά άγνωστη στο φιλόμουσο κοινό αναπηρία, καθισμένος στην αναπηρική καρέκλα, να επαιτούν με μια κακοπαιγμένη φυσαρμόνικα. Και λέω, επαιτούν, γιατί έτσι εξελίχτηκε. Όπως σαστισμένος κρατούσα το καπέλο ανάποδα, το πρώτο κέρμα δεν άργησε να πέσει. Ακολούθησε βροχή από κέρματα να κάνουν παρέα στο πρώτο, ενώ ο Δημήτρης, εξακολουθώντας να εγκληματεί κατά της μουσικής, σε κάθε κέρμα που έπεφτε έγερνε το κεφάλι του ελαφρά εμπρός ευχαριστώντας τους ελεήμονες. Το θράσος του δεν είχε όρια, ενώ το καπέλο άρχισε να βαραίνει. Και κανα χαρτονόμισμα, παιδιά, σκέφτηκα να ουρλιάξω! Ώστε έτσι, ρε πούστη; Στα όρια θες; Στα όρια, λοιπόν, μαζί σου!
Κουνώντας το καπέλο στο χέρι μου για να ακούγεται ο ήχος των κερμάτων, που κατά μια άποψη ήταν καλύτερος από αυτόν της φυσαρμόνικας, άρχισα να τραγουδάω με φωνή άφοβη και στεντόρεια τα «μαλλάκια». Στο σόλο του Δημήτρη, (ο Θεός και η ψυχή του για σόλο), φώναζα στο κοινό μας.
«Είναι για τη Μύκονο. Βοηθήστε μας, είναι για την Μύκονο».
Ο κόσμος, θεωρώντας ότι ήταν κάποιο χάπενινγκ για το πόσο κοστίζουν οι διακοπές στη Μύκονο, λυμένος στα γέλια συνέχιζε να τροφοδοτεί το ψάθινο άφωνο τζουκ-μποξ μας με ό,τι είχε ευχαρίστηση.
«Είναι για τη Μύκονο. Βοηθήστε να πάμε διακοπές στη Μύκονο».
Ένας ταλαιπωρημένος τριαντάρης με βρώμικα ρούχα σκύβει και ψιθυρίζει στη συνοδό του.
«Να το κάνουμε κι εμείς μπας και πάμε τα παιδιά στην Πάρο;»
«Αφού δεν ξέρεις φυσαρμόνικα!» του απαντά η γυναίκα, επίσης κακοντυμένη αλλά με κατακόκκινα νύχια.
«Γιατί; Μήπως ξέρει αυτός;»
==============================================================
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου