9.2.10
Πώς η "Γκόλντμαν Σακς" βοήθησε την Ελλάδα να κρύψει το αληθινό της χρέος / του Μπέατ Μπαλζλί
Οι Έλληνες δεν είναι και τόσο καλοδεχούμενοι στην «οδό Αλφόνς Βάικερ» στο Λουξεμβούργο, όπου στεγάζεται η «γιούροστατ», η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Οι εραστές των αριθμών που κατοικοεδρεύουν εκεί είναι βαθύτατα ενοχλημένοι από την Αθήνα. Εκθέσεις του οργανισμού διαπιστώνουν πως τα στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας είτε «δεν μπορούν να επαληθευτούν» είτε ακόμα «δεν είναι διαθέσιμα», έστω κι αν έχουν ρητά ζητηθεί.
Οι Έλληνες πρόκριναν τη δημιουργική λογιστική ως προνομιακό τρόπο διαχείρισης του χρέους τους. Από το 1999, όταν η συνθήκη του Μάαστριχτ καθιέρωσε βαριά πρόστιμα στα μέλη της ευρωζώνης με έλλειμμα άνω του 3% και δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ.
Οι Έλληνες ουδέποτε κατόρθωσαν να μειώσουν το χρέος τους κάτω του 60% και εντάχθηκαν στην ευρωζώνη μειώνοντας το έλλειμμά τους κάτω του 3% με τη βοήθεια χοντροκομμένων και προσβλητικών παραχαράξεων των κρατικών τους ισολογισμών. Κάποια στιγμή «ξέχασαν» να υπολογίσουν τις πελώριες αμυντικές τους δαπάνες· κάποια άλλη τα δισεκατομμύρια των ελλειμμάτων των νοσοκομείων.
Όταν χρειάστηκε να επανεξετάσουν τα στοιχεία, οι ειδήμονες της «γιούροστατ» έφταναν επανειλημμένα στο ίδιο συμπέρασμα: το αληθινό έλλειμμα της Ελλάδας ήταν πάντα πολύ μεγαλύτερο του ανακοινωμένου, και πάντα πάνω από το όριο του 3%. Το 2009, εκτινάχτηκε πάνω από το 12%.
Σήμερα όμως αποκαλύπτεται πως η εξαπάτηση των Ελλήνων δημοσιονομικών ταχυδακτυλουργών ήταν πολύ πιο εντυπωσιακή από ότι πιστευόταν. «Γύρω στο 2002 ιδιαίτερα, πολλές επενδυτικές τράπεζες πρόσφεραν μια σειρά από περίπλοκα χρηματοοικονομικά προϊόντα με τα οποία δινόταν στις κυβερνήσεις η δυνατότητα να μεταφέρουν ένα μεγάλο μέρος των υποχρεώσεών τους στο μέλλον», θυμάται ένας τρόφιμος τότε του ελληνικού οικονομικού επιτελείου, που πάντως σπεύδει να προσθέσει πως όλες οι Μεσογειακές χώρες αξιοποίησαν παρόμοια παράγωγα.
Έτσι, στις αρχές του 2002 οι διαχειριστές του ελληνικού χρέους έκλεισαν μια γιγάντια συμφωνία με τους υπεύθυνους της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας «Γκόλντμαν Σακς». Στη συμφωνία συμπεριλαμβάνονταν τα λεγόμενα «διασυναλλαγματικά ομόλογα» (cross-currency swaps) χάρη στα οποία το εκδοθέν σε δολάρια και γιεν χρέος μετατρεπόταν σε ευρώ για κάποιο διάστημα, πριν μετατραπεί ξανά, μετά από ένα συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο, στα αρχικά του νομίσματα.
«Φανταστικές» συναλλαγματικές ισοτιμίες
Παρόμοιες συναλλαγές θεωρούνται φυσιολογικές στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών όλων των κρατών. Οι κυβερνήσεις της Ευρώπης αναζητούν ρευστότητα σε ολόκληρο τον κόσμο εκδίδοντας ομόλογα σε γιεν, δολάρια ή ελβετικά φράγκα, ενώ οι καθημερινές τους συναλλαγές πραγματοποιούνται σε ευρώ. Μετά από χρόνια, τα ομόλογα εξοφλούνται στο νόμισμα που εκδόθηκαν.
Αλλά για τους Έλληνες οι Αμερικάνοι τραπεζίτες εξέδωσαν ομόλογα ειδικού τύπου, με φανταστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες! Αυτό επέτρεψε στην Ελλάδα να αποκτήσει ρευστότητα σε ευρώ πολύ ανώτερη της τρέχουσας αξίας της σε δολάρια ή γιεν. Με αυτόν τον τρόπο η «Γκόλντμαν Σακς» κατόρθωσε να βρει για τους Έλληνες ρευστότητα άνω του 1 δις «αόρατα» δολάρια.
Αφού «μεταμορφώθηκαν» σε ομόλογα, αυτά τα δάνεια «εξαφανίστηκαν» από την καταγραφή του ελληνικού δημόσιου χρέους. Οι προδιαγραφές ελέγχου της «γιούροστατ» δεν αναφέρουν ρητά τις συναλλαγές σε τραπεζικά παράγωγα. «Οι κανόνες του Μάαστριχτ μπορούν να παρακαμφθούν νόμιμα χάρη σε τέτοια ομόλογα», λέει ένας Γερμανός διακινητής τραπεζικών παραγώγων.
Τα προηγούμενα χρόνια η Ιταλία προσέφυγε κι εκείνη σε άλλη αμερικανική τράπεζα προκειμένου να κρύψει μέρος του χρέους της. Το 2002, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εμφανιζόταν στο 1.2%. Αλλά όταν η «γιούροστατ» επανήλεγξε τα στοιχεία, το Σεπτέμβριο του 2004, αποκαλύφθηκε πως ήταν τουλάχιστο 3.7%. Σήμερα εκτιμάται πως ήταν γύρω στο 5.2%.
Κάποια στιγμή η Ελλάδα θα κληθεί να αποπληρώσει αυτά τα ομόλογα, που τότε θα εμφανιστούν απότομα στον υπολογισμό του ελλείμματός της. Ο χρόνος «ωρίμανσης» αυτών των ομολόγων έχει καθοριστεί μεταξύ 10 και 15 ετών. Η «Γκόλντμαν Σακς» έλαβε μια παχυλή προμήθεια για τη συμφωνία αυτή και το 2005 μεταπώλησε τα ομόλογα αυτά σε ελληνικές τράπεζες.
Η τράπεζα αρνήθηκε να ανταποκριθεί στο αίτημά μας να σχολιάσει την αμφιλεγόμενη συμφωνία. Το ελληνικό υπουργείο οικονομικών δεν απήντησε σε γραπτό αίτημά μας να σχολιάσει την είδηση.
Ο Beat Balzli
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου