5.5.11
Το «κόλπο γκρόσσο» της δήθεν δημοσιονομικής απογραφής.
Από τα γραφόμενά σου Γιώργο Παπακωνσταντίνου, βγαίνει ότι γνώριζες από παλιά τον κίνδυνο και τις παρενέργειες της "δήθεν δημοσιονομικής απογραφής" στην οικονομία, αλλά τα ίδια και χειρότερα έκανες κι' εσύ και έδειξες την ίδια "εμπάθεια" με τον Γιώργο Αλογοσκούφη, στο βωμό της μικροκομματικής πολιτικής και...;
Συμπέρασμα:
Και οι δύο σ' ένα κλουβί στο Σύνταγμα, απέναντι από το ΥΠ.ΟΙΚ, να περνάει ο κόσμος και να σας ραντίζει, με τα.. "δάκρυά" του.
=ΕΛΕΓΕΣ ΓΙΩΡΓΟ, ΤΟ 2004
"Από την επομένη των εκλογών η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει ξεκινήσει μία συστηματική προσπάθεια απαξίωσης της κατάστασης της Ελληνικής οικονομίας...."
[Δημοσιεύτηκε την Πέμπτη, 9 Δεκεμβρίου, 2004]
Από την επομένη των εκλογών η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει ξεκινήσει μία συστηματική προσπάθεια απαξίωσης της κατάστασης της Ελληνικής οικονομίας και της διαχείρισης που έκανε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Η τακτική αυτή που ξεκίνησε από τη ΝΔ με μικροπολιτικά κριτήρια και προθέσεις σήμερα πλέον έχει εξελιχθεί σε μείζον οικονομικό και πολιτικό ζήτημα για τη χώρα μας. Βάζει σε κίνδυνο την πορεία της εθνικής οικονομίας ενώ παράλληλα υποσκάπτει το διεθνές κύρος της χώρας και υπονομεύει τη θέση της στην Ευρώπη.
Τι ακριβώς έκανε η κυβέρνηση με τα στοιχεία
Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι η δήθεν «απογραφή» – αντίθετα σε αυτά που ισχυριζόταν η Νέα Δημοκρατία – δεν ανακάλυψε κρυφές δαπάνες, πλαστά έσοδα ή κρυφά ελλείμματα. Οι διαφορές των νέων οικονομικών στοιχείων από τα παλιά οφείλονται σε λογιστικές αλχημείες της κυβέρνησης και κατά κύριο λόγο στη μονομερή και αυθαίρετη αλλαγή του τρόπου καταγραφής των αμυντικών δαπανών.
Μέχρι σήμερα οι εξοπλιστικές δαπάνες εγγράφονταν στο έλλειμμα κατά το χρόνο παράδοσης και όχι στο χρόνο παραγγελίας. Ο τρόπος αυτός είχε υιοθετηθεί όχι μόνο σε γνώση και με σύμφωνη γνώμη της ΕUROSTAT, αλλά και με ρητή υπόδειξή της, ισχύει δε σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, μονομερώς και αυθαίρετα, άλλαξε το ισχύον σύστημα, υιοθετώντας τη μέθοδο καταγραφής των αμυντικών δαπανών κατά τον χρόνο παραγγελίας. Αποτέλεσμα: το έλλειμμα οδηγήθηκε σε τεχνητή διόγκωση και διπλασιάστηκαν τα ελλείμματα της περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (και ειδικά κατά την περίοδο 2000 – 2002).
Η ΝΔ ισχυρίζεται ότι το ΠΑΣΟΚ έκρυβε τις δαπάνες αυτές από τους πολίτες και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διαψεύστηκε πανηγυρικά από τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουκά Παπαδήμο, ο οποίος δήλωσε ότι «τα στοιχεία βρίσκονταν στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και ήταν γνωστά στη Εurostat. Η στατιστική μέθοδος που χρησιμοποιούσε η Ελλάδα ήταν καθ’ όλα γνωστή και αποδεκτή», «καμία πληροφορία δεν κρυβόταν, ήταν όλες διαθέσιμες στον καθένα».
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας (το γνωστό Ecofin) της ΕΕ πήρε μία απόφαση-κόλαφο. Καταλόγισε καθαρά πολιτική σκοπιμότητα στην κυβέρνηση της ΝΔ στην αναθεώρηση των στοιχείων, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «τα δημοσιονομικά στοιχεία δεν πρέπει να είναι έρμαια στον πολιτικό και εκλογικό κύκλο». Είναι πρωτοφανές στην ιστορία του Ecofin ένα παρόμοιο κείμενο για τη χώρα μας.
Οι καταστροφικές συνέπειες της δήθεν «απογραφής»
Η διαδικασία της «απογραφής» αποκαλύπτει ότι πραγματική πρόθεση της κυβέρνησης δεν ήταν η αποκάλυψη της «αλήθειας» και η ενίσχυση της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών στοιχείων, όπως υποκριτικά έχει αναφερθεί.
Πραγματική πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να φουσκώσει τα ελλείμματα της περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για μικροκομματικούς λόγους. Για να «επιβεβαιώσει» τους ισχυρισμούς της για «τραβεστί» οικονομία καθώς και τη γενικότερη προπαγάνδα της σχετικά με την κατάσταση της οικονομίας. Και για να δημιουργήσει άλλοθι για την ακύρωση των προεκλογικών δεσμεύσεων για μεγάλες αυξήσεις στις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων και των αγροτών (ΕΚΑΣ και ΟΓΑ) και στις κοινωνικές παροχές, με τις οποίες η Ν.Δ. κέρδισε τις εκλογές, εξαπατώντας τον ελληνικό λαό.
Ανεξάρτητα όμως από τις προθέσεις της, το εγχείρημα της δημοσιονομικής «απογραφής» όπως έγινε τείνει να εξελιχθεί σε τεράστιο πρόβλημα για τη χώρα, όχι απλώς για την κυβέρνηση.
Μείωση αξιοπιστίας και διεθνής διασυρμός της χώρας. Ο διπλασιασμός των ελλειμμάτων της προηγούμενης περιόδου εξαιτίας της αλχημείας της «απογραφής» προσέφερε ιδανική αφορμή σε όσους αντιμετώπιζαν αρνητικά την ένταξη μιας χώρας του Νότου στην ευρωζώνη για να επιτεθούν κατά της Ελλάδας και να τη διασύρουν. Διαμόρφωσαν στο εξωτερικό κλίμα αμφισβήτησης της ίδιας της συμμετοχής μας στην ΟΝΕ, του μεγαλύτερου επιτεύγματος της Ελληνικής οικονομίας των τελευταίων ετών.
Κυρώσεις κατά της Ελλάδας και απώλεια πόρων από την ΕΕ. Ήδη είναι ορατή η προοπτική κυρώσεων από το επόμενο κιόλας Ecofin με τη μορφή της μείωσης των κονδυλίων του Ταμείου Συνοχής, δεδομένου ότι υπάρχει σαφής σύνδεση ανάμεσα στη χρηματοδότηση από το Ταμείο Συνοχής και τον σεβασμό του Συμφώνου Σταθερότητας. Θα είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας χάνει πόρους από το Ταμείο Συνοχής το οποίο χρηματοδοτεί σημαντικά αναπτυξιακή έργα σε όλη την επικράτεια.
Μείωση της πιστοληπτικής μας ικανότητας. Η μείωση της αξιοπιστίας της χώρας οδηγεί ταχύτατα στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής μας ικανότητας, και άρα στην αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Ήδη διεθνείς οίκοι προχωρούν σε αυτήν την κατεύθυνση.
Μείωση της διαπραγματευτικής μας ικανότητας. Σε λίγο καιρό η χώρα μας θα διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις άλλες χώρες για τα κονδύλια του Δ’ΚΠΣ. Πως θα μπορέσει η κυβέρνηση της ΝΔ να επαναλάβει την μεγάλη επιτυχία του ΠΑΣΟΚ στη διαπραγμάτευση του Γ’ΚΠΣ εξασφαλίζοντας για τη χώρα μας σημαντικά κονδύλια; Πως θα πείσει τους εταίρους μας για τη σωστή χρήση των πόρων σε ένα κλίμα συνολικής αμφισβήτησης της Ελλάδας;
Αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία. Η υποχρέωση της χώρας μας να μειώσει το έλλειμμα από τα ύψη στα οποία το ανέβασε η «απογραφή» καθιστά απόλυτα ανέφικτη την «ήπια προσαρμογή». Η κυβέρνηση θα εφαρμόσει πολιτική λιτότητας και ύφεσης τα επόμενα χρόνια, αυξάνοντας τη φορολογία και μειώνοντας τις δαπάνες, με αρνητικές συνέπειες στα εισοδήματα των εργαζομένων, των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών και των αγροτών, καθώς και στην ανεργία και στην προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών.
Αυτή η πολιτική διαφαίνεται ήδη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, με το οποίο η κυβέρνηση ομολογεί πανηγυρικά πλέον ότι μεταθέτει για το άγνωστο μέλλον σωρεία προεκλογικών της δεσμεύσεων που αφορούσαν την ενίσχυση των ασθενέστερων τάξεων, των εργαζομένων, των αγροτών και των συνταξιούχων. Το προσχέδιο προβλέπει μικρότερες (σχεδόν μηδενικές με πραγματικούς όρους) από το παρελθόν αυξήσεις μισθών και συντάξεων, αλλά και μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση ξεκίνησε τη διαδικασία δημοσιονομικής «απογραφής» με κίνητρα πολιτικής εμπάθειας αλλά και δημιουργίας άλλοθι για αθέτηση των προεκλογικών των υποσχέσεων. Δυστυχώς για την ίδια αλλά και για τη χώρα, ο συνδυασμός ερασιτεχνισμού, κυνισμού και πολιτικής ανικανότητας που την διακρίνει θα οδηγήσει και σε πολύ σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων οικονομικής πολιτικής που θα εφαρμοστούν για την επάνοδο των ελλειμμάτων και του χρέους σε χαμηλότερα επίπεδα. Τις συνέπειες αυτής της πολιτικής θα νιώσουν όλοι οι Έλληνες πολίτες
Η τακτική αυτή που ξεκίνησε από τη ΝΔ με μικροπολιτικά κριτήρια και προθέσεις σήμερα πλέον έχει εξελιχθεί σε μείζον οικονομικό και πολιτικό ζήτημα για τη χώρα μας. Βάζει σε κίνδυνο την πορεία της εθνικής οικονομίας ενώ παράλληλα υποσκάπτει το διεθνές κύρος της χώρας και υπονομεύει τη θέση της στην Ευρώπη.
Τι ακριβώς έκανε η κυβέρνηση με τα στοιχεία
Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι η δήθεν «απογραφή» – αντίθετα σε αυτά που ισχυριζόταν η Νέα Δημοκρατία – δεν ανακάλυψε κρυφές δαπάνες, πλαστά έσοδα ή κρυφά ελλείμματα. Οι διαφορές των νέων οικονομικών στοιχείων από τα παλιά οφείλονται σε λογιστικές αλχημείες της κυβέρνησης και κατά κύριο λόγο στη μονομερή και αυθαίρετη αλλαγή του τρόπου καταγραφής των αμυντικών δαπανών.
Μέχρι σήμερα οι εξοπλιστικές δαπάνες εγγράφονταν στο έλλειμμα κατά το χρόνο παράδοσης και όχι στο χρόνο παραγγελίας. Ο τρόπος αυτός είχε υιοθετηθεί όχι μόνο σε γνώση και με σύμφωνη γνώμη της ΕUROSTAT, αλλά και με ρητή υπόδειξή της, ισχύει δε σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, μονομερώς και αυθαίρετα, άλλαξε το ισχύον σύστημα, υιοθετώντας τη μέθοδο καταγραφής των αμυντικών δαπανών κατά τον χρόνο παραγγελίας. Αποτέλεσμα: το έλλειμμα οδηγήθηκε σε τεχνητή διόγκωση και διπλασιάστηκαν τα ελλείμματα της περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (και ειδικά κατά την περίοδο 2000 – 2002).
Η ΝΔ ισχυρίζεται ότι το ΠΑΣΟΚ έκρυβε τις δαπάνες αυτές από τους πολίτες και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διαψεύστηκε πανηγυρικά από τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουκά Παπαδήμο, ο οποίος δήλωσε ότι «τα στοιχεία βρίσκονταν στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και ήταν γνωστά στη Εurostat. Η στατιστική μέθοδος που χρησιμοποιούσε η Ελλάδα ήταν καθ’ όλα γνωστή και αποδεκτή», «καμία πληροφορία δεν κρυβόταν, ήταν όλες διαθέσιμες στον καθένα».
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας (το γνωστό Ecofin) της ΕΕ πήρε μία απόφαση-κόλαφο. Καταλόγισε καθαρά πολιτική σκοπιμότητα στην κυβέρνηση της ΝΔ στην αναθεώρηση των στοιχείων, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «τα δημοσιονομικά στοιχεία δεν πρέπει να είναι έρμαια στον πολιτικό και εκλογικό κύκλο». Είναι πρωτοφανές στην ιστορία του Ecofin ένα παρόμοιο κείμενο για τη χώρα μας.
Οι καταστροφικές συνέπειες της δήθεν «απογραφής»
Η διαδικασία της «απογραφής» αποκαλύπτει ότι πραγματική πρόθεση της κυβέρνησης δεν ήταν η αποκάλυψη της «αλήθειας» και η ενίσχυση της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών στοιχείων, όπως υποκριτικά έχει αναφερθεί.
Πραγματική πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να φουσκώσει τα ελλείμματα της περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για μικροκομματικούς λόγους. Για να «επιβεβαιώσει» τους ισχυρισμούς της για «τραβεστί» οικονομία καθώς και τη γενικότερη προπαγάνδα της σχετικά με την κατάσταση της οικονομίας. Και για να δημιουργήσει άλλοθι για την ακύρωση των προεκλογικών δεσμεύσεων για μεγάλες αυξήσεις στις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων και των αγροτών (ΕΚΑΣ και ΟΓΑ) και στις κοινωνικές παροχές, με τις οποίες η Ν.Δ. κέρδισε τις εκλογές, εξαπατώντας τον ελληνικό λαό.
Ανεξάρτητα όμως από τις προθέσεις της, το εγχείρημα της δημοσιονομικής «απογραφής» όπως έγινε τείνει να εξελιχθεί σε τεράστιο πρόβλημα για τη χώρα, όχι απλώς για την κυβέρνηση.
Μείωση αξιοπιστίας και διεθνής διασυρμός της χώρας. Ο διπλασιασμός των ελλειμμάτων της προηγούμενης περιόδου εξαιτίας της αλχημείας της «απογραφής» προσέφερε ιδανική αφορμή σε όσους αντιμετώπιζαν αρνητικά την ένταξη μιας χώρας του Νότου στην ευρωζώνη για να επιτεθούν κατά της Ελλάδας και να τη διασύρουν. Διαμόρφωσαν στο εξωτερικό κλίμα αμφισβήτησης της ίδιας της συμμετοχής μας στην ΟΝΕ, του μεγαλύτερου επιτεύγματος της Ελληνικής οικονομίας των τελευταίων ετών.
Κυρώσεις κατά της Ελλάδας και απώλεια πόρων από την ΕΕ. Ήδη είναι ορατή η προοπτική κυρώσεων από το επόμενο κιόλας Ecofin με τη μορφή της μείωσης των κονδυλίων του Ταμείου Συνοχής, δεδομένου ότι υπάρχει σαφής σύνδεση ανάμεσα στη χρηματοδότηση από το Ταμείο Συνοχής και τον σεβασμό του Συμφώνου Σταθερότητας. Θα είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας χάνει πόρους από το Ταμείο Συνοχής το οποίο χρηματοδοτεί σημαντικά αναπτυξιακή έργα σε όλη την επικράτεια.
Μείωση της πιστοληπτικής μας ικανότητας. Η μείωση της αξιοπιστίας της χώρας οδηγεί ταχύτατα στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής μας ικανότητας, και άρα στην αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Ήδη διεθνείς οίκοι προχωρούν σε αυτήν την κατεύθυνση.
Μείωση της διαπραγματευτικής μας ικανότητας. Σε λίγο καιρό η χώρα μας θα διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις άλλες χώρες για τα κονδύλια του Δ’ΚΠΣ. Πως θα μπορέσει η κυβέρνηση της ΝΔ να επαναλάβει την μεγάλη επιτυχία του ΠΑΣΟΚ στη διαπραγμάτευση του Γ’ΚΠΣ εξασφαλίζοντας για τη χώρα μας σημαντικά κονδύλια; Πως θα πείσει τους εταίρους μας για τη σωστή χρήση των πόρων σε ένα κλίμα συνολικής αμφισβήτησης της Ελλάδας;
Αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία. Η υποχρέωση της χώρας μας να μειώσει το έλλειμμα από τα ύψη στα οποία το ανέβασε η «απογραφή» καθιστά απόλυτα ανέφικτη την «ήπια προσαρμογή». Η κυβέρνηση θα εφαρμόσει πολιτική λιτότητας και ύφεσης τα επόμενα χρόνια, αυξάνοντας τη φορολογία και μειώνοντας τις δαπάνες, με αρνητικές συνέπειες στα εισοδήματα των εργαζομένων, των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών και των αγροτών, καθώς και στην ανεργία και στην προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών.
Αυτή η πολιτική διαφαίνεται ήδη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, με το οποίο η κυβέρνηση ομολογεί πανηγυρικά πλέον ότι μεταθέτει για το άγνωστο μέλλον σωρεία προεκλογικών της δεσμεύσεων που αφορούσαν την ενίσχυση των ασθενέστερων τάξεων, των εργαζομένων, των αγροτών και των συνταξιούχων. Το προσχέδιο προβλέπει μικρότερες (σχεδόν μηδενικές με πραγματικούς όρους) από το παρελθόν αυξήσεις μισθών και συντάξεων, αλλά και μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση ξεκίνησε τη διαδικασία δημοσιονομικής «απογραφής» με κίνητρα πολιτικής εμπάθειας αλλά και δημιουργίας άλλοθι για αθέτηση των προεκλογικών των υποσχέσεων. Δυστυχώς για την ίδια αλλά και για τη χώρα, ο συνδυασμός ερασιτεχνισμού, κυνισμού και πολιτικής ανικανότητας που την διακρίνει θα οδηγήσει και σε πολύ σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων οικονομικής πολιτικής που θα εφαρμοστούν για την επάνοδο των ελλειμμάτων και του χρέους σε χαμηλότερα επίπεδα. Τις συνέπειες αυτής της πολιτικής θα νιώσουν όλοι οι Έλληνες πολίτες
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου