ΕΞΕΓΕΡΣΗ..Η ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΕΞΕΓΕΡΣΗ..Η ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΒΑΤΟ ΔΕΝ ΣΩΘΗΚΕ ..ΒΕΛΑΖΟΝΤΑΣ

'Αρθρο 120: (Ακροτελεύτια διάταξη)

1. Tο Σύνταγμα αυτό, που ψηφίστηκε από την E΄ Aναθεωρητική Bουλή των Eλλήνων...

2. O σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων.

3. O σφετερισμός, με οποιονδήποτε τρόπο, της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή διώκεται μόλις αποκατασταθεί η νόμιμη εξουσία, οπότε αρχίζει και η παραγραφή του εγκλήματος.

4. H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Eλλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.»

Το email μας tolimeri@gmail.com

ΓΑΠ & ΑΝΔΡΕΑ Co .Η Ελβετκή εταιρεία του ,αδελφού του πρωθυπουργού.που θα κάνει το ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΡΤΙ

18.5.10

Η Ιστορία επναλαμβάνεται. οι συγχρονοι Μαυροκορδατοι και Κωλεττηδες..


Φίλοι μου, αναλογιζόμενοι τήν σημερινή κατάσταση υποτέλειας τού έθνους μας
σέ μιά χούφτα τραπεζίτες, λόγω τού ότι εκχωρήσαμε ως λαός τήν πολιτική δράση
σέ σύγχρονους Μαυροκορδάτους καί Κωλέττηδες, είναι χρήσιμο νά κάνουμε έναν
παραλληλισμό μέ τό «ψήφισμα τής υποτέλειας», πού σημάδεψε τήν εθνική
ανεξαρτησία τού νεώτερου Ελληνικού Κράτους, μετά από τόσους αγώνες γιά τήν
απελευθέρωση.


Ψήφισμα της υποτέλειας, Γ΄ Εθνοσυνέλευσις, Επίδαυρος, 1825-26
«Το Ελληνικόν Έθνος, δυνάμει της παρούσης πράξεως θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού Ελευθερίας, Εθνικής Ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως, υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρετανίας.»

Επίσημη διαμαρτυρία του Δημητρίου Υψηλάντου γιά αυτό το ψήφισμα, στην ίδια
Εθνοσυνέλευση: «Ο λαός κύριοι, τού οποίου παρρησιάζετε το πρόσωπον, δεν σας έδωκε πληρεξουσιότητα να καταργήσετε την Εθνικήν και Πολιτικήν ανεξαρτησίαν του, αλλά να την στερεώσητε, νά την διαιωνίσητε. Η ιστορία θέλει κρίνει μίαν ημέραν αδεκάστως την πράξιν σας... Σάς φοβίζει η πτώσις του Μεσολογγίου; Αφιερωθήτε ως και εις τας αρχάς τού αγώνος, εις την χαρακτηριστικήν ενέργειαν καί τόν πατριωτισμό των Ελλήνων. Το στήθος κάθε Έλληνος είναι δεύτερον Μεσολόγγι... Τά μεγάλα έθνη καί οι καλοί πατριώται φαίνονται εις τας κρισίμους περιστάσεις τής πατρίδος των. Δούλος είναι εύκολον να γένη τις, όταν θέλη. Αυθέντης είναι δύσκολον. Επιθυμούμεν ειρήνην; Ας τρέξωμεν εις τα όπλα... Κρίνω χρέος μου ιερόν και απαραίτητον να διαμαρτηρηθώ ως και ήδη διαμαρτύρομαι επισήμως κατ' αυτής ενώπιον του Ελληνικού λαού και όλων τών λαών τής Χριστιανικής Ευρώπης, ως κατά μιάς πράξεως παρανόμου, αντιελληνικής και διόλου ανταξίας ενός Έθνους, το οποίον υπεδουλώθη μεν πολλάκις, πλήν ποτέ δέν εσυμβιβάσθη με τους τυράννους του


Η απάντησις τής Εθνοσυνελεύσεως σέ αυτήν τήν ηρωϊκή φωνή; Διαβάστε:
«Αγανακτήσασα η συνέλευσις δια την διαμαρτυρίαν ενός πολίτoυ κατά της ομοφώνου αποφάσεως όλου του έθνους, εστέρησε δια ψηφίσματός της τον διαμαρτυρηθέντα παντός πολιτικού δικαιώματος και τον απέκλεισε πάσης στρατιωτικής υπηρεσίας»

Ποιόν; Τον Δημήτριο Υψηλάντη!!! Σάς θυμίζουν τίποτα όλα αυτά;


aristofanis

1 σχόλιο:

scepticusbatsicus είπε...

Έτσι , μια ζωή ... Έτσι και τον Κολοκοτρώνη , έτσι και τον Καποδίστρια έτσι και τους υπόλοιπους ...
Θυμήθηκα τώρα το απόσπασμα από το "Ο Χριστος Ξανασταυρώνεται" :
"Άκου τι μου’ λεγε ο μακαρίτης ο παππούς μου, να καταλάβεις. Όλα τα’ καμε καλά ο Αλλάχ, μου’ λεγε, όλα, μα μια μέρα βρέθηκε μπόσικος, έπιασε φωτιά και κοπριά και έπλασε το Ρωμιό∙ μα ευτύς, ως τον είδε, το μετάνιωσε∙ είχε ένα μάτι, ο αφιλότιμος, που τρυπούσε ατσάλι. «Τί να γίνει τώρα, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα∙ ας πιάσω τώρα να κάμω τον Τούρκο, να σφάξει το Ρωμιό, να βρει ο κόσμος την ησυχία του». Έπιασε το λοιπόν μέλι και μπαρούτι, τα μάλαξε καλά καλά, έφτιασε τον Τούρκο. Κι’ ευτύς, χωρίς να χασομεράει, βάνει σ’ ένα ταψί τον Τούρκο και το Ρωμιό να παλέψουν. Πάλευαν, πάλευαν, από το πρωί ως το βράδυ, κανένας δεν έριχνε κάτω τον άλλο∙ μα ευτύς, ως σκοτείνιασε, βάνει ο άτιμος ο Ρωμιός τρικλοποδιά, κάτω ο Τούρκος!

«Ο διάολος να με πάρει, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα πάλι∙ τούτοι οι Ρωμιοί θα φάνε τον κόσμο, πάνε οι κόποι μου χαμένοι… Τί να κάμω;» Όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι ο κακομοίρης∙ μα το πρωί, πετάχτηκε απάνω και χτύπησε τις χερούκλες του: «Βρήκα! βρήκα!» φώναξε∙ έπιασε πάλι φωτιά και κοπριά, και έφτιαξε έναν άλλο Ρωμιό, και τους έβαλε στο ταψί να παλέψουν. Άρχισε το πάλεμα∙ τρικλοποδιά ο ένας, τρικλοποδιά κι ο άλλος∙ μπηχτές ο ένας, μπηχτές κι ο άλλος… Πάλευαν, πάλευαν, έπεφταν, σηκώνουνταν, πάλευαν πάλι, ξανάπεφταν, ξανασηκώνουνταν, πάλευαν… Κι’ ακόμα παλεύουν! Κι’ έτσι ο κόσμος, Μπραϊμάκι μου, βρήκε την ησυχία του».