27.12.13
H καθεστωτική οικονομολογία
Η αρθρογραφία, που επιλέγει για το protagon ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης, έχει την "αντικειμενικότητα" του καθεστώτος.
Αφορμή του δικού μας σχολίου είναι το άρθρο: "Να τυπώσει χρήμα η ΕΚΤ;" .
Ο αρθρογράφος απαντά στο δικό του "ρητορικό" ερώτημα: "Συνεπώς, η έκδοση χρήματος επιβαρύνει δυσανάλογα τους φτωχούς προς όφελος των πλουσίων, μεταβιβάζει με άλλα λόγια πλούτο από τους φτωχούς στους πλούσιους".
Βεβαίως, μετά από μια σειρά καλά επιλεγμένων "υποθέσεων", καταλήγει, αναιρώντας μερικώς το αρχικό συμπέρασμα του: "Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν και σοβαρά επιχειρήματα υπέρ μιας λιγότερο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής—ιδίως όταν οι αναπτυσσόμενες χώρες αποδέχονται για τους δικούς του λόγους το χρήμα που τυπώνει η δύση σαν να ήταν λίρα εκατό. Απλώς, καλό είναι να είμαστε ψυλλιασμένοι για το ποια είναι τα συμφέροντα κάποιων απ’ όσους υποστηρίζουν τις θέσεις αυτές".
Σόφισμα είναι επιχείρημα ή συλλογισμός που, αν και φαίνεται σωστός, είναι λανθασμένος και γίνεται συνήθως με κακοπιστία με σκοπό την εξαπάτηση του συνομιλητή.
Εμείς, από ευγένεια, θα αφαιρέσουμε από τον ορισμό του σοφίσματος την απόδοση κακών προθέσεων στον αρθρογράφο.
1. Πρώτα απ' όλα, λανθασμένο είναι το ερώτημα του τίτλου. Το ερώτημα παρακάμπτει και αποφεύγει ένα άλλο ερωτηματάκι: "Να "τυπώνουν" - εκδίδουν- χρήμα οι ιδιωτικές τράπεζες;" Αυτό το ερώτημα, σε καθεστώς δημιουργίας χρήματος από ιδιωτικές τράπεζες, ένας καθεστωτικός δεν θα το θέσει ποτέ και, φυσικά, αποφεύγει να απαντήσει. Ο περιορισμός της ερώτησης στην ΕΚΤ, αποκρύπτει το γεγονός της έκδοσης χρήματος από ιδιώτες, ως μη όφειλαν. Και το γεγονός αυτό, ελέω πολιτικών και οικονολόγων, είναι νομιμοποιημένο και καλά προστατευμένο από τα δημόσια βλέμματα και την κεντρική πολιτική σκηνή.
2. Θα μπορούσαμε να τελειώσουμε το σχόλιο μας με το "1.", τελειώνοντας με μία φαινομενικά ορθή ερώτηση, πλην όμως, αποκρύπτουσα την πραγματικότητα. Υπάρχει, όμως, και ο "μαθηματικός" συλλογισμός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι "η έκδοση χρήματος επιβαρύνει τους φτωχούς": "Από εκεί που οι κάτοχοι των χαρτονομισμάτων αυτών είχαν το 100% του πλούτου (και άρα μπορούσαν να αγοράσουν το 100% των προϊόντων και υπηρεσιών) τώρα έχουν το 95%. Συνεπώς, οι κάτοχοι του χρήματος, οι πολίτες, έγιναν κατά 5% φτωχότεροι—τους επιβλήθηκε επί της ουσίας ένας φόρος 5% επί των χαρτονομισμάτων και των καταθέσεών τους για να μπορεί το κράτος να χρηματοδοτήσει το έλλειμμά του".
Στο συλλογισμό αυτό συναντάμε τη λέξη "έλλειμμα". Γιατί το κράτος πρέπει να έχει έλλειμμα; Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που το χρήμα δεν είναι του κράτους, δηλ. όταν πρέπει να εκδώσει ομόλογο, με άλλα λόγια να δανειστεί, αντί να εκδώσει χρήμα. Αυτό είναι κάτι που αποδέχεται, χωρίς αμφισβήτηση, στο συλλογισμό του ο αρθρογράφος. Γιατί το κράτος πρέπει να δανείζεται χρήμα αντί να εκδίδει χρήμα; Φυσικά, ένας καθεστωτικός οικονομολόγος δεν θα αμφισβητήσει ποτέ αυτή την κατάσταση, δεν θα θέσει ποτέ αυτό το ερώτημα και δεν πρόκειται να το απαντήσει. Ο συλλογισμός και ως εκ τούτου και το συμπέρασμα καταρρέουν. Με ένα κράτος που εκδίδει τόσο χρήμα όσες και οι ανάγκες του λαού, κανείς δεν γίνεται φτωχότερος.
3. Όμως, ο συλλογισμός στο κρινόμενο άρθρο έχει μία ακόμα αυθαιρεσία. Κάνει δύο αντίθετες υποθέσεις για να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Στην πρώτη μας λέει: "Ας υποθέσουμε ότι ο προϋπολογισμός μιας χώρας εμφανίζει έσοδα 900 ευρώ, έξοδα 1.000, και συνεπώς έλλειμμα 100 ευρώ. Η κυβέρνηση της χώρας αποφασίζει να εκδώσει ένα ομόλογο αξίας 100 ευρώ προκειμένου να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα αυτό. Πουλάει λοιπόν ένα ομόλογο αξίας 100 ευρώ και χρησιμοποιεί το έσοδο από την πώληση για να καλύψει το έλλειμμα."
Και αμέσως μετά: "Ας υποθέσουμε τώρα ότι η χώρα αυτή αποφασίζει να «νομισματοποιήσει» το χρέος, να εκδώσει χρήμα σε πιο απλά ελληνικά: η κεντρική τράπεζα βάζει χαρτί και μελάνι στον εκτυπωτή και τυπώνει ένα χαρτονόμισμα των εκατό ευρώ." Γιατί να έχουμε δύο υποθέσεις; Αυτή η χώρα ή χρήμα θα εκδώσει ή ομόλογο. Το άρθρο "λύνει" την αντίθεση: "Με το χαρτονόμισμα αυτό η κεντρική τράπεζα παρεμβαίνει στις αγορές ομολόγων της χώρας και αγοράζει ισόποσης αξίας χρέος—ας υποθέσουμε το ίδιο ομόλογο των 100 ευρώ που είχε εκδώσει η κυβέρνηση της χώρας."
Σκεφτήκαμε να βάουμε μια παροιμία για κείνη που θέλει να κρυφτεί, αλλά η έμπνευση της στιγμής δεν την αφήνει. Ο αρθρογράφος μας λέει ότι η χώρα που εκδίδει το χρήμα για να καλύψει το έλλειμμα έχει εκδώσει και ομόλογο για να καλύψει το ίδιο έλλειμμα!!!! Και, εμμέσως πλην σαφώς, μας λέγει ότι είναι άλλο πράγμα η κεντρική τράπεζα και άλλο η χώρα. Αυτό λέγεται "ορθός συλλογισμός" ή "ορθές υποθέσεις" για να καταλήξουμε σε "ορθό" συμπέρασμα.
Σκίσαμε από ορθολογισμό.
Όλες αυτές οι "λογικές" αλχημείες γίνονται για να αποκρύψουν μιαν αλήθεια που δεν κρύβεται, πια. Μαθαίνεται και θεριεύει το θυμό, αυξάνει τη γνώση και προετοιμάζει την απάντηση.
Αχ, Αριστοτέλη! Πώς το είχες πει;
"σαν ένα είδος ανταλλάξιμου αντιπρόσωπου της ανάγκης δημιουργήθηκε με κοινή συμφωνία το νόμισμα".
Αυτή η "κοινή συμφωνία" λείπει, σήμερα. Δημοκρατία είναι το άλλο της όνομα.
Χ Ρ Ο Ν Ι Α Π Ο Λ Λ Α
πηγη
Αφορμή του δικού μας σχολίου είναι το άρθρο: "Να τυπώσει χρήμα η ΕΚΤ;" .
Ο αρθρογράφος απαντά στο δικό του "ρητορικό" ερώτημα: "Συνεπώς, η έκδοση χρήματος επιβαρύνει δυσανάλογα τους φτωχούς προς όφελος των πλουσίων, μεταβιβάζει με άλλα λόγια πλούτο από τους φτωχούς στους πλούσιους".
Βεβαίως, μετά από μια σειρά καλά επιλεγμένων "υποθέσεων", καταλήγει, αναιρώντας μερικώς το αρχικό συμπέρασμα του: "Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν και σοβαρά επιχειρήματα υπέρ μιας λιγότερο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής—ιδίως όταν οι αναπτυσσόμενες χώρες αποδέχονται για τους δικούς του λόγους το χρήμα που τυπώνει η δύση σαν να ήταν λίρα εκατό. Απλώς, καλό είναι να είμαστε ψυλλιασμένοι για το ποια είναι τα συμφέροντα κάποιων απ’ όσους υποστηρίζουν τις θέσεις αυτές".
Σόφισμα είναι επιχείρημα ή συλλογισμός που, αν και φαίνεται σωστός, είναι λανθασμένος και γίνεται συνήθως με κακοπιστία με σκοπό την εξαπάτηση του συνομιλητή.
Εμείς, από ευγένεια, θα αφαιρέσουμε από τον ορισμό του σοφίσματος την απόδοση κακών προθέσεων στον αρθρογράφο.
1. Πρώτα απ' όλα, λανθασμένο είναι το ερώτημα του τίτλου. Το ερώτημα παρακάμπτει και αποφεύγει ένα άλλο ερωτηματάκι: "Να "τυπώνουν" - εκδίδουν- χρήμα οι ιδιωτικές τράπεζες;" Αυτό το ερώτημα, σε καθεστώς δημιουργίας χρήματος από ιδιωτικές τράπεζες, ένας καθεστωτικός δεν θα το θέσει ποτέ και, φυσικά, αποφεύγει να απαντήσει. Ο περιορισμός της ερώτησης στην ΕΚΤ, αποκρύπτει το γεγονός της έκδοσης χρήματος από ιδιώτες, ως μη όφειλαν. Και το γεγονός αυτό, ελέω πολιτικών και οικονολόγων, είναι νομιμοποιημένο και καλά προστατευμένο από τα δημόσια βλέμματα και την κεντρική πολιτική σκηνή.
2. Θα μπορούσαμε να τελειώσουμε το σχόλιο μας με το "1.", τελειώνοντας με μία φαινομενικά ορθή ερώτηση, πλην όμως, αποκρύπτουσα την πραγματικότητα. Υπάρχει, όμως, και ο "μαθηματικός" συλλογισμός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι "η έκδοση χρήματος επιβαρύνει τους φτωχούς": "Από εκεί που οι κάτοχοι των χαρτονομισμάτων αυτών είχαν το 100% του πλούτου (και άρα μπορούσαν να αγοράσουν το 100% των προϊόντων και υπηρεσιών) τώρα έχουν το 95%. Συνεπώς, οι κάτοχοι του χρήματος, οι πολίτες, έγιναν κατά 5% φτωχότεροι—τους επιβλήθηκε επί της ουσίας ένας φόρος 5% επί των χαρτονομισμάτων και των καταθέσεών τους για να μπορεί το κράτος να χρηματοδοτήσει το έλλειμμά του".
Στο συλλογισμό αυτό συναντάμε τη λέξη "έλλειμμα". Γιατί το κράτος πρέπει να έχει έλλειμμα; Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που το χρήμα δεν είναι του κράτους, δηλ. όταν πρέπει να εκδώσει ομόλογο, με άλλα λόγια να δανειστεί, αντί να εκδώσει χρήμα. Αυτό είναι κάτι που αποδέχεται, χωρίς αμφισβήτηση, στο συλλογισμό του ο αρθρογράφος. Γιατί το κράτος πρέπει να δανείζεται χρήμα αντί να εκδίδει χρήμα; Φυσικά, ένας καθεστωτικός οικονομολόγος δεν θα αμφισβητήσει ποτέ αυτή την κατάσταση, δεν θα θέσει ποτέ αυτό το ερώτημα και δεν πρόκειται να το απαντήσει. Ο συλλογισμός και ως εκ τούτου και το συμπέρασμα καταρρέουν. Με ένα κράτος που εκδίδει τόσο χρήμα όσες και οι ανάγκες του λαού, κανείς δεν γίνεται φτωχότερος.
3. Όμως, ο συλλογισμός στο κρινόμενο άρθρο έχει μία ακόμα αυθαιρεσία. Κάνει δύο αντίθετες υποθέσεις για να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Στην πρώτη μας λέει: "Ας υποθέσουμε ότι ο προϋπολογισμός μιας χώρας εμφανίζει έσοδα 900 ευρώ, έξοδα 1.000, και συνεπώς έλλειμμα 100 ευρώ. Η κυβέρνηση της χώρας αποφασίζει να εκδώσει ένα ομόλογο αξίας 100 ευρώ προκειμένου να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα αυτό. Πουλάει λοιπόν ένα ομόλογο αξίας 100 ευρώ και χρησιμοποιεί το έσοδο από την πώληση για να καλύψει το έλλειμμα."
Και αμέσως μετά: "Ας υποθέσουμε τώρα ότι η χώρα αυτή αποφασίζει να «νομισματοποιήσει» το χρέος, να εκδώσει χρήμα σε πιο απλά ελληνικά: η κεντρική τράπεζα βάζει χαρτί και μελάνι στον εκτυπωτή και τυπώνει ένα χαρτονόμισμα των εκατό ευρώ." Γιατί να έχουμε δύο υποθέσεις; Αυτή η χώρα ή χρήμα θα εκδώσει ή ομόλογο. Το άρθρο "λύνει" την αντίθεση: "Με το χαρτονόμισμα αυτό η κεντρική τράπεζα παρεμβαίνει στις αγορές ομολόγων της χώρας και αγοράζει ισόποσης αξίας χρέος—ας υποθέσουμε το ίδιο ομόλογο των 100 ευρώ που είχε εκδώσει η κυβέρνηση της χώρας."
Σκεφτήκαμε να βάουμε μια παροιμία για κείνη που θέλει να κρυφτεί, αλλά η έμπνευση της στιγμής δεν την αφήνει. Ο αρθρογράφος μας λέει ότι η χώρα που εκδίδει το χρήμα για να καλύψει το έλλειμμα έχει εκδώσει και ομόλογο για να καλύψει το ίδιο έλλειμμα!!!! Και, εμμέσως πλην σαφώς, μας λέγει ότι είναι άλλο πράγμα η κεντρική τράπεζα και άλλο η χώρα. Αυτό λέγεται "ορθός συλλογισμός" ή "ορθές υποθέσεις" για να καταλήξουμε σε "ορθό" συμπέρασμα.
Σκίσαμε από ορθολογισμό.
Όλες αυτές οι "λογικές" αλχημείες γίνονται για να αποκρύψουν μιαν αλήθεια που δεν κρύβεται, πια. Μαθαίνεται και θεριεύει το θυμό, αυξάνει τη γνώση και προετοιμάζει την απάντηση.
Αχ, Αριστοτέλη! Πώς το είχες πει;
"σαν ένα είδος ανταλλάξιμου αντιπρόσωπου της ανάγκης δημιουργήθηκε με κοινή συμφωνία το νόμισμα".
Αυτή η "κοινή συμφωνία" λείπει, σήμερα. Δημοκρατία είναι το άλλο της όνομα.
Χ Ρ Ο Ν Ι Α Π Ο Λ Λ Α
πηγη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου