29.7.10
Είναι νόμιμη η πολιτική επιστράτευση απεργών;;;;
Γράφει ο Σκορπιός
Αγαπητοί φίλοι
Επειδή δεν είναι σύνηθες το φαινόμενο της πολιτικής επιστράτευσης και είναι ακραίο μέτρο καταστολής το ερώτημα που τίθεται είναι.
Είναι νόμιμη η επιβολή πολιτικής επιστράτευσης απεργών σε καιρό ειρήνης;;;;
Σας στέλνω ένα άρθρο του Αντώνη Ρουπακιώτη πρώην προέδρου τουυ δικηγορικού συλλόγου Αθηνών που αναφερόταν στην επιστράτευση των απεργών Ναυτεργατών το 2006. Ας ανοίξει ο διάλογος και ας ακουστούν και άλλες απόψεις
Δεν είναι νόμιμη η πολιτική επιστράτευση
Αντώνης Ρουπακιώτης
24/02/2006
"Ι. Η πολιτική επιστράτευση κηρύχθηκε με την επίκληση των άρθρων 22 και 112 του Συντάγματος και του άρθρου 2 Ν.Δ. 171/1974. Το διάταγμα αυτό δεν έχει καταργηθεί μέχρι σήμερα, αλλά δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπως η απεργία των ναυτεργατών και αυτό γιατί εκδόθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας υπό την ισχύν του Συντάγματος 1952 με βάση τη Συντακτική Πράξη 1.8.1974, με σκοπό να αντιμετωπιστούν καταστάσεις μέγιστης ανάγκης της εποχής εκείνης, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται η απεργία.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι, ενώ ψηφίστηκαν μεταγενέστεροι νόμοι με σκοπό την αντιμετώπιση σοβαρών καταστάσεων ανάγκης (π.χ. άρθρο 2 Ν. 2641/1998), όχι μόνο δεν υπήρξε αναφορά στην αντιμετώπιση απεργιών με πολιτική επιστράτευση, αλλά, αντίθετα, με το άρθρο 16 Ν. 2936/2001 αντικαταστάθηκε το άρθρο 2 παρ. 5 Ν.Δ. 17/74 και ορίστηκε ότι ως "κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι...
Αγαπητοί φίλοι
Επειδή δεν είναι σύνηθες το φαινόμενο της πολιτικής επιστράτευσης και είναι ακραίο μέτρο καταστολής το ερώτημα που τίθεται είναι.
Είναι νόμιμη η επιβολή πολιτικής επιστράτευσης απεργών σε καιρό ειρήνης;;;;
Σας στέλνω ένα άρθρο του Αντώνη Ρουπακιώτη πρώην προέδρου τουυ δικηγορικού συλλόγου Αθηνών που αναφερόταν στην επιστράτευση των απεργών Ναυτεργατών το 2006. Ας ανοίξει ο διάλογος και ας ακουστούν και άλλες απόψεις
Δεν είναι νόμιμη η πολιτική επιστράτευση
Αντώνης Ρουπακιώτης
24/02/2006
"Ι. Η πολιτική επιστράτευση κηρύχθηκε με την επίκληση των άρθρων 22 και 112 του Συντάγματος και του άρθρου 2 Ν.Δ. 171/1974. Το διάταγμα αυτό δεν έχει καταργηθεί μέχρι σήμερα, αλλά δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπως η απεργία των ναυτεργατών και αυτό γιατί εκδόθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας υπό την ισχύν του Συντάγματος 1952 με βάση τη Συντακτική Πράξη 1.8.1974, με σκοπό να αντιμετωπιστούν καταστάσεις μέγιστης ανάγκης της εποχής εκείνης, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνεται η απεργία.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι, ενώ ψηφίστηκαν μεταγενέστεροι νόμοι με σκοπό την αντιμετώπιση σοβαρών καταστάσεων ανάγκης (π.χ. άρθρο 2 Ν. 2641/1998), όχι μόνο δεν υπήρξε αναφορά στην αντιμετώπιση απεργιών με πολιτική επιστράτευση, αλλά, αντίθετα, με το άρθρο 16 Ν. 2936/2001 αντικαταστάθηκε το άρθρο 2 παρ. 5 Ν.Δ. 17/74 και ορίστηκε ότι ως "κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι...
κάθε αιφνίδια κατάσταση, που προκαλείται από \φυσικά\ ή άλλα \γεγονότα τεχνολογικά\ ή \πολεμικά\ και έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ή την απειλή δημιουργίας εκτεταμένων απωλειών - ζημιών και καταστροφών σε έμψυχο ή άψυχο δυναμικό της χώρας ή την παρακώλυση και διατάραξη της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας".
Και μόνη η ανάγνωση του άρθρου αυτού πείθει ότι δεν προβλέπεται η απεργία ως αιτία διατάραξης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, όπως επικαλείται η κυβέρνηση, ώστε να δικαιολογεί τη λήψη της απόφασης αυτής.
ΙΙ. Εκτός από τους λόγους αυτούς μετά την έκδοση του παραπάνω Ν.Δ. 17/1974 ακολούθησε η ψήφιση του Συντάγματος 1975, με το άρθρο 23 του οποίου αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά με συνταγματικό κανόνα το δικαίωμα της απεργίας, και με το άρθρο 22 παρ. 3 \"Απαγορεύεται οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας\. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών".
Έτσι μετά την ψήφιση του Συντάγματος 1975 το Ν.Δ. 17/74, στο μέτρο που, αναποτελεσματικά, επικαλείται αυτό η πρωθυπουργική απόφαση, ήταν ανίσχυρο με βάση και τα άρθρα 22 αλλά και 112 του Συντάγματος και τα οποία μάλιστα προς ειρωνεία επικαλείται η απόφαση αυτή. Σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιβολής αναγκαστικής εργασίας, με την επιλογή της πολιτικής επιστράτευσης, πολύ περισσότερο δεν είναι επιτρεπτή αυτή ως μέτρο διευθέτησης κοινωνικών ανταγωνισμών, όπως το χρησιμοποίησε η κυβέρνηση στην περίπτωση των ναυτεργατών.
Σ’ αυτά προστίθεται ότι και πριν από τη ρύθμιση αυτή του Συντάγματος η επιβολή αναγκαστικής εργασίας απαγορευόταν με την 105/1950 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, η οποία είχε ενταχθεί στο εθνικό μας δίκαιο με τον Ν. 2329/53 και εν συνεχεία με το Ν.Δ. 53/1974, μετά την ψήφιση δε του Συντάγματος 1975 και με βάση το άρθρο 28 παρ. 1 αυτού, οι διεθνείς συμβάσεις από την επικύρωσή τους με νόμο υπερισχύουν από κάθε αντίθετη διάταξη νόμου.
Κατά συνέπεια και αν υποτεθεί ότι υπήρχε διάταξη νόμου που προέβλεπε τη δυνατότητα επιβολής αναγκαστικής εργασίας, από την ισχύ του Συντάγματος 1975 για την πρόσθετη αυτή αιτία είναι ανίσχυρη και έτσι απαγορεύεται αυτή με οποιαδήποτε μορφή.
kafeneio-grΚαι μόνη η ανάγνωση του άρθρου αυτού πείθει ότι δεν προβλέπεται η απεργία ως αιτία διατάραξης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, όπως επικαλείται η κυβέρνηση, ώστε να δικαιολογεί τη λήψη της απόφασης αυτής.
ΙΙ. Εκτός από τους λόγους αυτούς μετά την έκδοση του παραπάνω Ν.Δ. 17/1974 ακολούθησε η ψήφιση του Συντάγματος 1975, με το άρθρο 23 του οποίου αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά με συνταγματικό κανόνα το δικαίωμα της απεργίας, και με το άρθρο 22 παρ. 3 \"Απαγορεύεται οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας\. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών".
Έτσι μετά την ψήφιση του Συντάγματος 1975 το Ν.Δ. 17/74, στο μέτρο που, αναποτελεσματικά, επικαλείται αυτό η πρωθυπουργική απόφαση, ήταν ανίσχυρο με βάση και τα άρθρα 22 αλλά και 112 του Συντάγματος και τα οποία μάλιστα προς ειρωνεία επικαλείται η απόφαση αυτή. Σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιβολής αναγκαστικής εργασίας, με την επιλογή της πολιτικής επιστράτευσης, πολύ περισσότερο δεν είναι επιτρεπτή αυτή ως μέτρο διευθέτησης κοινωνικών ανταγωνισμών, όπως το χρησιμοποίησε η κυβέρνηση στην περίπτωση των ναυτεργατών.
Σ’ αυτά προστίθεται ότι και πριν από τη ρύθμιση αυτή του Συντάγματος η επιβολή αναγκαστικής εργασίας απαγορευόταν με την 105/1950 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, η οποία είχε ενταχθεί στο εθνικό μας δίκαιο με τον Ν. 2329/53 και εν συνεχεία με το Ν.Δ. 53/1974, μετά την ψήφιση δε του Συντάγματος 1975 και με βάση το άρθρο 28 παρ. 1 αυτού, οι διεθνείς συμβάσεις από την επικύρωσή τους με νόμο υπερισχύουν από κάθε αντίθετη διάταξη νόμου.
Κατά συνέπεια και αν υποτεθεί ότι υπήρχε διάταξη νόμου που προέβλεπε τη δυνατότητα επιβολής αναγκαστικής εργασίας, από την ισχύ του Συντάγματος 1975 για την πρόσθετη αυτή αιτία είναι ανίσχυρη και έτσι απαγορεύεται αυτή με οποιαδήποτε μορφή.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου