23.10.13
Κρίση Πολιτικής Νομιμότητας και Βία
«Είδα άνθρωπο να κλέβει και να εξαπατά με
βία,
κι αυτή η βία του να 'ναι όλο δικαιοσύνη!», Κλεοβουλίνη.
κι αυτή η βία του να 'ναι όλο δικαιοσύνη!», Κλεοβουλίνη.
Γράφει ο Γρ. Σουλτάνης
«Η καταδίκη της βίας» έχει απομείνει
το μοναδικό μέσο για την άντληση πολιτικής νομιμοποίησης από μέρους του νεοφιλελεύθερου
μπλοκ.
Η
εγκαθίδρυση ενός ολιγαρχικού τεχνοκρατικού πολιτεύματος, μέσω οικονομικού
καταναγκασμού, θέτει εν αμφιβόλω την πολιτική νομιμότητα της εξουσίας. Η
δημοκρατική νομιμότητα, όσο και η εξαναγκαστική ισχύς και επιβολή του Δικαίου,
βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με τον αυτοκαθορισμό του λαού, έτσι ώστε, η
διάρρηξη αυτής της σχέσης να ......
λειτουργεί ακυρωτικά αναφορικά με την πολιτική
νομιμότητα.
Η
επιβολή ακραίας φτώχειας, ανεργίας, ελλιπούς εκπαίδευσης και ιατροφαρμακευτικής
περίθαλψης, όσο και μειωμένων εργασιακών δικαιωμάτων, ακυρώνει τα τυπικά ατομικά
και κοινωνικά δικαιώματα, και τις ελευθερίες που προστατεύονται από το
Σύνταγμα. Επιπλέον, η απώλεια εθνικής κυριαρχίας και η μεταβίβασή των
κυριαρχικών δικαιωμάτων σε διεθνή ή υπερεθνικά όργανα-χωρίς αυτό να αποτελεί
απόφαση του «κυρίαρχου λαού»- ακυρώνει όχι μόνο το πολίτευμα, αλλά και την
έννοια της αυτόνομης κρατικής οντότητας.
Το
επιχείρημα περί εκλεγμένων κυβερνήσεων, και της συναίνεσης που προκύπτει δια
μέσου των εκλογών και του αντιπροσωπευτικού συστήματος, και που τάχα, επιτρέπει
στην εκλεγμένη εξουσία να δρα εν λευκώ-ακόμη και ενάντια στα συμφέροντα του
λαού και της χώρας-, αποτελεί έκφραση της ολιγαρχικής αντίληψης για τη
Δημοκρατία. Διότι, αξιακά, δε νοείται ακόμη και αντιπροσωπευτική Δημοκρατία,
χωρίς κάποιου είδους συλλογικής αυτονομίας των πολιτών και διαβουλευτικής
έκφρασης αναφορικά με τη νομοθετική εξουσία.
Πολιτική
νομιμότητα, σε αντίθεση με την πίστη στη κοινή νομιμότητα, είναι το κατά πόσο
ένα πολιτικό σύστημα λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανταποκρίνεται στις
ανάγκες και τις αξίες της κοινωνίας. Γι αυτό, και κάθε μη αυτοδιαχειριζόμενο πολιτικό
σύστημα προσπαθεί να κατασκευάσει συναίνεση και να πείσει για την νομιμότητά
του, μέσα από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς.
Το
«παράδοξο της Δημοκρατίας» βρίσκεται στο γεγονός ότι τα αυτοαποκαλούμενα
δημοκρατικά πολιτεύματα, τύποις, επικαλούνται μεν την δημοκρατική νομιμότητα,
ενώ αντλούν νομιμότητα από άλλες πηγές, μη δημοκρατικές. Η δημοκρατικότητά τους
εξαντλείται στην εκλογική διαδικασία και την αντιπροσώπευση, ενώ είναι απούσα η
συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων και η διαβούλευση, αναφορικά με το κοινό καλό.
Έτσι, η άντληση νομιμοποίησης, αντί της δημοκρατικής αρχής, επιδιώκεται από την
επίκληση στην τεχνοκρατία, σε υπερεθνικά όργανα, στην αξιοπιστία των
κυβερνώντων, στη συλλογική ευημερία ή την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων.
Είναι
φανερό ότι στα πλαίσια της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και της ΕΕ, η κρίση
νομιμότητας έχει χτυπήσει στο κόκκινο, αφού, μέσω της επίκλησης της έκτακτης
ανάγκης, οι κυβερνήσεις, απροκάλυπτα πια, λειτουργούν ως μαριονέτες, για την
εφαρμογή βάρβαρων πολιτικών που εξυπηρετούν αποκλειστικά τις διεθνείς ελίτ,
καταπατώντας κάθε έννοια δημοκρατικότητας.
Κατ’
αυτό τον τρόπο, η κρίση πολιτικής νομιμότητας, το γεγονός ότι η κοινωνία
αντιλαμβάνεται ότι το πολιτικό σύστημα δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της, ότι
είναι αναξιόπιστο και δεν διαθέτει κύρος, και ότι έχει προδώσει ακόμη και το
τυπικό κοινωνικό συμβόλαιο, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την αμφισβήτηση του
δικαιϊκού οικοδομήματος. Το πολιτικό σύστημα εκλαμβάνεται, όχι ως σύστημα που
εξυπηρετεί το κοινό καλό, αλλά ως πηγή θεσμικής βίας, γεγονός που το καθιστά εχθρικό
για την κοινωνία, και ηθικό αυτουργό της κοινωνικής αντιβίας.
Η
κοινωνική αντιβία είναι απόρροια του γεγονότος, ότι το Δίκαιο βρίσκεται στην
υπηρεσία των στενών συμφερόντων της εξουσίας, που αγνοεί τον δημοκρατικό
αυτοκαθορισμό. Διότι για ποιο λόγο να υπακούσει ο πολίτης στο Δίκαιο, που παράγεται
από ένα νομοθετικό σώμα, Δίκαιο, για το οποίο δεν κλήθηκε να συναποφασίσει και
το οποίο στρέφεται εναντίον του; Ο σεβασμός στο Νόμο προϋποθέτει το σεβασμό
στον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό· και χωρίς αυτόν, ο Νόμος χάνει κάθε
δεσμευτικότητα. Κατ’ ανάλογο τρόπο, γιατί ο πολίτης να υπακούσει σε μια εξουσία
που δεν πηγάζει από τον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό του λαού, αλλά αντίθετα,
αυτονομιμοποιείται ή νομιμοποιείται από κέντρα όπως οι αγορές που
επιβουλεύονται το κοινό καλό;
Η
πολιτική αντιβία είναι απόρροια της μη νομιμοποιημένης εξουσίας που
καταστρατηγεί την θεμελιώδη δέσμευση της δημοκρατικής πολιτείας: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό,
υπάρχουν υπέρ αυτού
και του Έθνους….».
Απαιτώντας
τήρηση της νομιμότητας από τους υπηκόους, το νεοφιλελεύθερο μπλοκ προσπερνά
πολύ εύκολα την ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος, που νομιμοποιεί τόσο την
πολιτική ανυπακοή, όσο και τη βία-ως δικαίωμα και υποχρέωση- έναντι των
σφετεριστών της λαϊκής εξουσίας και των εξουσιών που πηγάζουν από αυτή: «O σεβασμός
στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν
µε αυτό, (και όχι όσων δεν συμφωνούν)…αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση….»· «H τήρηση
του Συντάγματος επαφίεται
στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται µε κάθε μέσο
εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να τα καταλύσει
µε τη βία».
Η
εναγώνια άντληση νομιμοποίησης μέσω επικοινωνιακών παιχνιδιών, και μέσα από τα
Μαζικά Μέσα Χειραγώγησης, δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα. Γι αυτό και το
τελευταίο χαρτί των νεοφιλελεύθερων καθεστώτων εξαίρεσης είναι ο περιορισμός
των ορίων της τυπικής νομιμότητας, έτσι
ώστε, μέσω κατασταλτικών πολιτικών, να ξεπεράσουν την κρίση πολιτικής
νομιμότητας.
Ανεξάρτητα
από το γεγονός της αντιδημοκρατικότητας της (νέο)φιλελεύθερης θεωρίας, που
υποστηρίζει μάλλον ένα είδος «δημοκρατικής» δικτατορίας, η κρίση πολιτικής
νομιμοποίησης οδηγεί αναπόφευκτα σε ένα νέο είδος ολοκληρωτισμού: εδραίωση του
ποινικού κράτους, σε αντικατάσταση του κοινωνικού, και μετάλλαξη του ποινικού
Δικαίου, στη βάση της θεωρίας του «εσωτερικού εχθρού» και του «Ποινικού Δίκαιου
του Εχθρού».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
ΕΧΕΤΕ ΜΠΛΕΞΕΙ ΜΕ ΜΑΣΟΝΟΥΣ,Η ΤΟΥΣ ΤΡΩΤΕ,Η ΣΑΣ ΤΡΩΝΕ...
Δημοσίευση σχολίου