25.10.13
H κυβέρνηση αμύνεται ηρωικά... οπισθοχωρώντας
Γράφει ο Σταύρος Χριστακόπουλος
Τι γυρεύει ο Σαμαράς σήμερα και αύριο στις Βρυξέλλες, όπου συνεδριάζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής; Σύμφωνα με τους συμβούλους και συνεργάτες του, πάει για επαφές με αξιωματούχους της Ε.Ε. και της ευρωζώνης, αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων – αλλά και όποιον άλλο του βρεθεί πρόχειρος – προκειμένου να τους περιγράψει το θέμα του ελληνικού χρέους και της βιωσιμότητάς του. Θα τους .........πει και τον πόνο του για το δημοσιονομικό κενό και τα πρόσθετα μέτρα που οι δανειστές τού ζητούν να πάρει εντός του 2014.
Τι θα ζητήσει από τους συνομιλητές του; Άγνωστο, αφού τις απαντήσεις ήδη τις έχει λάβει σε όλους τους τόνους, από τα πιο επίσημα χείλη, αλλεπάλληλες φορές το τελευταίο διάστημα. Εξάλλου οι όποιες συζητήσεις του θα είναι άτυπες, καθώς η επίσημη ατζέντα της συνόδου κορυφής έχει άλλα αντικείμενα: ψηφιακή οικονομία, καινοτομία και υπηρεσίες, ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα και θέσεις απασχόλησης. Παρεμπιπτόντως σε κανέναν από τους παραπάνω τομείς η κυβέρνηση Σαμαρά δεν έχει να επιδείξει ούτε ένα βήμα προόδου.
Θα συνεδριάσει ακόμη με τους ομολόγους του επικεφαλής των κομμάτων της ευρω-Δεξιάς, οι οποίοι, κάθιδροι από το άγχος της ευρω-Ακροδεξιάς, ψάχνουν λύσεις στο πολιτικό τους αδιέξοδο. Βεβαίως και εδώ ο «δικός μας» θα αποτελεί ιδιαιτερότητα, καθώς προσωρινά απομακρύνεται ο κίνδυνος της ελληνικής Ακροδεξιάς, αλλά αυτό δεν του διασφαλίζει την παραμονή στην εξουσία ύστερα από εκλογές. Στην περίπτωσή του καραδοκεί ο ΣΥΡΙΖΑ να τον ωθήσει στο περιθώριο, με συνέπειες που ακόμη δεν έχουν εκτιμηθεί για το σύνολο της ελληνικής Δεξιάς.
Κάτι άλλο σοβαρό, που να μοιάζει με διαπραγμάτευση, δεν προβλέπεται σε αυτό το ταξίδι για τον πρωθυπουργό μας, ο οποίος μάλλον καλείται να αντιμετωπίσει το αδιέξοδο το οποίο ο ίδιος έχτισε το τελευταίο διάστημα φυλακίζοντας τον εαυτό του και την κυβέρνηση.
Εξάλλου οι δανειστές ελάχιστη σημασία δίνουν στην τρικυμία που βασανίζει την Ελλάδα τις τελευταίες μέρες, καθώς επιμένουν σε αυτό που θεωρούν οι ίδιοι αυτονόητο και δεδομένο: Η Ελλάδα έχει πολύ δρόμο ακόμη μπροστά της μέχρι να μπορεί να ζητήσει οποιαδήποτε ρύθμιση στο ζήτημα του τεράστιου χρέους της.
Οι μεγάλες υποσχέσεις
Μέχρι πριν από ελάχιστο καιρό η ελληνική κυβέρνηση, διά των Σαμαρά και Στουρνάρα, περιέγραφε ως μοναδικό στόχο της την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος προκειμένου να υλοποιηθεί η «υπόσχεση» του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 για την έναρξη μιας συζήτησης για τον τρόπο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Στη μακρά πορεία προς τις γερμανικές εκλογές η κυβέρνηση φρόντιζε, προκειμένου να δικαιολογήσει «διαθεσιμότητες», απολύσεις και όσα άλλα μέτρα ψήφιζε, να προαναγγέλλει το τέλος του δύσβατου δρόμου. Σε μια σειρά θεατρικών κινήσεων μάλιστα «εφευρέθηκαν» από το επιτελείο του Μαξίμου και διακινήθηκαν θριαμβικά από τα... συμβεβλημένα ΜΜΕ οι εξής βασικές θεωρίες:
• Η προσδοκία ενός άμεσου «κουρέματος» του χρέους – παρότι ποτέ κανένας παράγοντας των Ευρωπαίων δεν διανοήθηκε ακόμη και να σκεφθεί το ενδεχόμενο «κουρέματος», αλλά αντιθέτως όλοι το ξόρκιζαν με κάθε ευκαιρία.
• Η έναρξη συνομιλιών – διαπραγμάτευση τις ονόμασαν – για την ελάφρυνση του χρέους και την αποφυγή νέου μνημονίου το αργότερο την άνοιξη, ώστε η λήξη της ελληνικής προεδρίας στην Ε.Ε. να βρει την κυβέρνηση σε θέση να διακηρύξει το τέλος των μνημονίων και την απαλλαγή από την τρόικα.
• Η προσπάθεια της κυβέρνησης να εκμεταλλευθεί διαπραγματευτικά την κόντρα μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων για το μοντέλο ρύθμισης του χρέους – καθώς το ΔΝΤ ζητάει σταθερά «κούρεμα», πλην των χρεών προς το ίδιο, ενώ οι Ευρωπαίοι μιλούν για ενδεχόμενη μετακύλιση υποχρεώσεων, νέα μείωση επιτοκίων κ.λπ. Αυτός ο πόλεμος όμως δεν γίνεται για χάρη της Ελλάδας, για την οποία όλοι οι δανειστές και επιτηρητές συμφωνούν ότι υστερεί δραματικά στην επίτευξη των συμφωνημένων στα μνημόνια «μεταρρυθμίσεων».
• Η στήριξη των ΗΠΑ στην – υποτιθέμενη – ελληνική διαπραγμάτευση, παρότι ποτέ οι Αμερικανοί, πέρα από ευγενείς παραινέσεις, δεν αμφισβήτησαν εμπράκτως τις επιλογές της Γερμανίας στην αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Αντιθέτως απέδειξαν κατ’ επανάληψη ότι αδυνατούν να το κάνουν.
Οι μεγάλες διαψεύσεις
Με αυτές – και άλλες πολλές – προσδοκίες να μην μπορούν σε καμιά περίπτωση να υλοποιηθούν, η κυβέρνηση βρέθηκε, αμέσως μετά τις εκλογές στη Γερμανία, εγκλωβισμένη στο αδιέξοδο που η ίδια δημιούργησε.
1. Το πρωτογενές πλεόνασμα (της τάξης του 4,5% του ΑΕΠ και όχι των... 300 και κάτι εκατομμυρίων ευρώ) θα πρέπει να είναι στοιχειοθετημένο (και όχι μαϊμού, όπως το αναγγελλόμενο) και μάλιστα διατηρήσιμο σε βάθος χρόνου (και όχι στιγμιαίο). Επομένως θα τεθεί στο μικροσκόπιο πριν γίνει δεκτό από τους Ευρωπαίους ότι πράγματι έχει επιτευχθεί.
2. Η διάψευση των ανοησιών περί «κουρέματος» και μείωσης του χρέους (άλλο πράγμα η μείωση των ετήσιων βαρών εξυπηρέτησης του χρέους, που ίσως συζητηθεί κάποτε) έσπρωξε την κυβέρνηση στα σχοινιά.
3. Μια ακόμη επιβάρυνση για την κυβέρνηση είναι το ότι οι ευρωκράτες δεν την άφησαν ούτε δέκα μέρες, για τα μάτια του κόσμου, να πανηγυρίσει την αναγγελία επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος. Αντιθέτως υπενθύμισαν αμέσως όλες τις ανειλημμένες υποχρεώσεις και τις καθυστερήσεις που η κυβέρνηση θα πρέπει να «θεραπεύσει», με κυριότερο την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού για το 2014, το οποίο θα απαιτήσει πολλά ακόμη νέα μέτρα, ύψους τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ.
4. Παράλληλα για το δημοσιονομικό κενό της διετίας 2015-2016 έχει εξαγγελθεί από σειρά παράγοντες της ευρωζώνης, σε όλους τους τόνους, ότι η κάλυψή του θα γίνει με νέο δάνειο και, συνεπώς, με νέο μνημόνιο. Αυτό ήταν το ισχυρότερο χτύπημα στην επικοινωνιακή «παραμύθα» των Σαμαρά, Στουρνάρα και σία.
Συμφωνία απελπισίας
Το τελευταίο «μπουκέτο» από σφαλιάρες που εισέπραξαν από τους Ευρωπαίους εταίρους, εκτός από απελπισία, έφερε και πανικό σε όλων των ειδών τα κυβερνητικά – και μιντιακά – επιτελεία. Κάπως έτσι άρχισε ένας νέος γύρος λεονταρισμών, που από λίγο έως πολύ συμπυκνώνονται στη φράση «Όχι νέα μέτρα», την οποία ανέλαβαν να σηκώσουν σαν σημαία (ευκαιρίας) ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Μάλιστα ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος χθες έφτασαν εσπευσμένα στην έως χθες ξεχασμένη προγραμματική συμφωνία μεταξύ τους. Στο πέλαγος των γενικοτήτων που περιλάμβανε, ξεχώριζαν ως βασικοί επικοινωνιακοί άξονες η έξοδος από τα μνημόνια, η ρύθμιση του χρέους και το «όχι σε νέα δημοσιονομικά μέτρα».
Όμως, δυστυχώς για τους δύο εταίρους, αυτό το τρίπτυχο είναι καθ’ ολοκληρίαν ψευδές για μια σειρά λόγους:
1. Η «έξοδος από τα μνημόνια» δεν σημαίνει απολύτως τίποτε, στον βαθμό που η χώρα θα συνεχίσει να δανείζεται από τους Ευρωπαίους εταίρους της – άρα θα υπογράφει τη μια συμφωνία μετά την άλλη. Επιπλέον και χθες ο επίτροπος για τις οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις της Ε.Ε. Όλι Ρεν, απαντώντας σε ερώτηση της βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νάντιας Βαλαβάνη, ξεκαθάρισε ότι:
«Οι κανόνες για την επιτήρηση μετά το τέλος του προγράμματος έχουν ενσωματωθεί στη Συνθήκη για τον ESM, η οποία αποτελεί Συνθήκη των κρατών - μελών, είναι διακυβερνητική συνθήκη, συνεπώς εσείς έχετε μεγαλύτερη επίδραση σ’ αυτήν απ’ ό,τι έχουμε εγώ ή η Κομισιόν, καθώς η Συνθήκη έχει συμφωνηθεί από τα 17 κράτη - μέλη της ευρωζώνης.
Αλλά θα δοκιμάσουμε σύντομα, από τον Ιανουάριο του επόμενου έτους, τόσο τη Συνθήκη για το Ευρώ όσο και για τον ESM, και τότε θα ισχύει ότι, εφ’ όσον το όριο του 75% (σ.σ.: εννοεί την αποπληρωμή του 75% του χρέους μιας χώρας προς τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης!) δεν έχει επιτευχθεί, η επιτήρηση θα συνεχίζεται. Πόσο χρόνο ακόμα θα σημαίνει αυτό για την Ελλάδα, είναι ολοφάνερα ακόμα νωρίς και πρόωρο για να λεχθεί».
Συνεπώς η έξοδος από την ενισχυμένη επιτήρηση είναι μια υπόθεση πολλών ετών ακόμη. Το αν η επιτήρηση θα ονομάζεται «μνημόνιο» δεν είναι, προφανώς, το σοβαρό.
2. Η επόμενη ρύθμιση του χρέους θα αρχίσει να συζητείται μετά τις ευρωεκλογές και μετά τη λήψη των επιπλέον μέτρων για την κάλυψη του κενού του 2014, δηλαδή το επόμενο καλοκαίρι – και βλέπουμε. Χαρακτηριστική και εδώ η αποστροφή του Όλι Ρεν στην ίδια απάντηση προς τη Βαλαβάνη:
«Ακόμα και τώρα, την άνοιξη, από τη στιγμή που η Eurostat θα πιστοποιήσει τα δημοσιονομικά στοιχεία της Ελλάδας, δηλαδή εάν έχει πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα στα δημόσια οικονομικά της, θα έχουμε άλλη μία αποστολή επιθεώρησης και κάποια στιγμή μέσα στο καλοκαίρι θα ασχοληθούμε με το θέμα της επιπλέον βελτίωσης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους».
3. Το «όχι σε νέα δημοσιονομικά μέτρα» δεν είναι παρά ο φερετζές με τον οποίο θα καλυφθούν τα βέβαια νέα μέτρα. Απλώς η κυβέρνηση, υποχρεωτικά, προσαρμόζεται στη φρασεολογία του ΔΝΤ και της Κομισιόν, που από κοινού ζητούν εμβάθυνση των «διαρθρωτικών» μέτρων αντί για συνέχιση των εξαντλημένης δυναμικής «δημοσιονομικών».
Βεβαίως «διαρθρωτικά μέτρα» είναι οι χιλιάδες απολύσεις από το Δημόσιο, η νέα μείωση συντάξεων, η εκ νέου αναδιαμόρφωση του ασφαλιστικού (τρίτη φορά από το 2010), η καθιέρωση εθνικής σύνταξης πείνας στα 360 ευρώ, η εκ νέου αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος προς άγνωστη κατεύθυνση.
Και, βεβαίως, η φράση «όχι σε νέα δημοσιονομικά μέτρα» δεν σημαίνει ότι οι πολίτες δεν θα δουν νέα τέτοια μέτρα. Σημαίνει ότι θα υποστούν όλα όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί, υπογραφεί, ψηφιστεί και μέχρι σήμερα δεν έχουν εφαρμοστεί. Επομένως «νέα δημοσιονομικά μέτρα» προφανώς θα έλθουν, απλώς θα βαφτιστούν... παλαιά.
Ως εκ τούτου η βιασύνη Σαμαρά και Βενιζέλου δεν είναι τίποτε άλλο από μια απελπισμένη απόπειρα να δείξουν ότι αντιστέκονται στην τρόικα.
Αντέχει με... αναπνευστήρα
Το μεγάλο πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ότι στην πραγματικότητα δεν έχει διέξοδο.
• Εκλογές δεν μπορεί να κάνει αφήνοντας στη μέση μια προσπάθεια η οποία πρώτα πουλήθηκε ως επιτυχία και τώρα μοιάζει με εφιάλτη. Όχι πάντως πριν κριθεί η μοίρα των τραπεζών και η συμφωνία για την επόμενη τριετία. Η προκήρυξη εκλογών θα μοιάζει με απόδραση. Η απειλή «έρχεται ο Τσίπρας» είναι μόνο εσωτερικής κατανάλωσης, αφού αφήνει αδιάφορους τους δανειστές.
• Άλλο παραμύθι του τύπου «success story» δεν μπορεί να πουλήσει, αφού η καταιγίδα των νέων μέτρων σκάει οσονούπω στα κεφάλια των Ελλήνων πολιτών χωρίς προοπτική ορατής ανάκαμψης.
• Να πιέσει τους δανειστές δεν μπορεί. Αντιθέτως αυτοί την πιέζουν θεωρώντας ότι όχι μόνο έχει μείνει πίσω στην υλοποίηση υποχρεώσεων, αλλά και ότι εσχάτως έβγαλε ανεπίτρεπτα... γλώσσα!
Το ερώτημα είναι πόσο μπορεί να αντέξει τις εσωτερικές αντιφάσεις, τη διγλωσσία και τη διαρκή σκλήρυνση της πολιτικής της. Αλλά και τι θα γίνει αν πάψει πια να αντέχει. Διότι οι εκλογές, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, ίσως δεν είναι... μονόδρομος!
Το Ποντικι
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου