9.10.13
Τι κρύβουν οι δημοσκοπήσεις…
Γράφει ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος
Ο καταιγισμός δημοσιεύσεων, αποτελεσμάτων μετρήσεων της εκλογικής συμπεριφοράς των Ελλήνων, των ημερών – οι οποίες στην πλειονότητά τους διεξάγονται με μια στατιστικώς αμφιλεγόμενη και σχετικά χαμηλής αξιοπιστίας μεθοδολογία – καταμαρτυρεί το πολιτικό τέλμα στο οποίο βρίσκονται κοινωνία και κοινοβουλευτισμός.
Διαπιστώνεται πλέον εμπειρικά/στατιστικά μια μορφή σταθερότητας στην στάση του εκλογικού σώματος που προδίδει μια μορφή πολιτικής κράμπας. Πρόκειται για μια πολιτική συστολή των εκλογέων, που παγιώθηκε μετά την διάψευση των ελπίδων τους για αναδιαπραγμάτευση του «Μνημονίου» που είχε υποσχεθεί ο σημερινός πρωθυπουργός και ο κυβερνητικός του εταίρος – με τον οποίο δεν επρόκειτο να συνεργαστεί ο πρώτος, σύμφωνα με τις προεκλογικές δεσμεύσεις του (!)- συνοδευόμενη από έντονο συναίσθημα παραίτησης και έλλειψη διάθεσης ανατροπής της υφιστάμενης κομματικής ισορροπίας. Έτσι, ο λαός μοιάζει να μην επιθυμεί μια εναλλακτική κυβέρνηση , ή να μην πιστεύει, ή να μην θέλει να πιστέψει στις δυνατότητές του να υποστηρίξει (επιβάλλει) μια ριζική αλλαγή στις πολιτικές στην Ελλάδα.
Κάπως απλοϊκά, το γενικό συμπέρασμα από τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων που έχω μπροστά μου είναι: Business as usual! Αυτό κρύβει την αφυδάτωση της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα, την εξάντληση της κοινωνίας των πολιτών με κόπωση του «αντιμνημονιακού» κινήματος, καθώς και σοβαρή γνωστικού χαρακτήρα διαταραχή των πραγματικοτήτων που ορίζουν την κοινωνικοοικονομική υπόσταση ατόμων και ιδιαίτερων ομάδων του πληθυσμού. Για παράδειγμα, ο άνεργος ξέρει πως είναι αποκλεισμένος και ο διαβιών κάτω από το ευρωπαϊκό όριο της φτώχειας (στην πραγματικότητα δύο στα πέντε νοικοκυρά βρίσκονται ήδη κάτω από αυτό, με το τρίτο να κινείται στο όριο), ξέρει ασφαλώς πως ακόμη και το στοιχειώδες γεύμα είναι ένα σοβαρό πρόβλημα, αλλά δεν είναι ικανός να προσεγγίσει κοινωνικοπολιτικά το ζήτημα.
Είναι σαφώς λιγότεροι όσοι πιστεύουν πλέον σε κοινωνικές λύσεις εντός του κοινοβουλευτισμού, στην Ελλάδα του ατομικισμού και του εκφασισμού. Αυτό είναι το «μυστικό», αν θέλετε, των «δημοκοπικών» ευρημάτων. Με (αστικούς) πολιτικούς όρους πρόκειται για σοβαρή ήττα του κοινοβουλευτισμού, για κρίση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, στο βαθμό που ο ελληνικός λαός δεν μοιάζει να επιδιώκει με πολιτικά-κοινοβουλευτικά μέσα να ανατρέψει την κοινωνικοοικονομική πρακτικότητα που τον ορίζει, εξαθλιώνοντας τα δύο τρίτα της κοινωνίας.
Λένε πως μια κράμπα μπορεί να αποβεί πολύ επικίνδυνη αν συμβεί μέσα στο νερό… και οι Έλληνες βρισκόμαστε αναμφίβολα μέσα στο νερό, ως ναυαγοί του σκάφους που συγκρούστηκε με το «παγόβουνο» (την χρηματαγορά), μετά από αδέξιους ή/και επιτήδειος χειρισμούς της ντόπιας πολιτικο-επιχειρηματικής ελίτ. Ναι, αλλά δεν υπάρχει κόμμα που θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν σανίδα σωτηρίας, άρα ας κολυμπήσει ο καθένας ατομικιστικά, εγωπαθητικά, αδιαφορώντας για τους υπόλοιπους, ή σπασμωδικά, απελπισμένα και μανιοκαταθλιπτικά και… όπου βγει!
Αυτή η αφήγηση, στο βαθμό που κυριαρχεί στην κοινωνία φανερώνει την πολιτισμική και πολιτική αποτελμάτωση του ελληνικού λαού. Επ’ αυτής με άνεση μπορεί να κτίσει την παράγκα της παραπλάνησης και της αισχρότητας ο κάθε γκεμπελίσκος και να θριαμβεύσει ο κάθε διεστραμμένος ακροδεξιός λαϊκιστής. Αυτή η «παράγκα» της κοινωνικής απάτης μοιάζει να αντέχει πλέον στον καιρό και στα κύματα της πραγματικότητας που την χτυπούν αλύπητα!
Γιατί; Οι λόγοι είναι σύνθετοι και αφορούν στην συνολική κοινωνικοψυχολογική δομή των οικονομικών σχέσεων στην Ελλάδα, κυρίως της ύστερης μεταπολίτευσης, αρκετούς εκ των οποίων έχει εκθέσει η γραφή μου. Μια γραφή που καί αυτή είναι παρεξηγημένη, από τον πτωχευμένο (και) συναισθηματικά συμπολίτη μας: σε τι αποσκοπεί αυτός και γράφει σχεδόν καθημερινά, άλλη δουλειά δεν έχει και μας ταλαιπωρεί με αναλυτικές ή υποδηλωτικές προσεγγίσεις της πολιτικής καθημερινότητας; Γιατί προπαγανδίζει ένα Εθνικό Σχέδιο Παραγωγικής και Δημοκρατικής Ανασυγκρότησης, τι ιδιαίτερο συμφέρον έχει από αυτό; Γιατί βλέπει ως κοινοβουλευτική και «φιλολαϊκή», κοινωνική λύση, στην συγκεκριμένη μορφή της ελληνικής κρίσης, την συγκρότηση και κινηματική στήριξη μιας κυβέρνησης της αριστεράς;
Αυτά τα έχω απαντήσει επανειλημμένως και διεξοδικά, αλλά δεν έχει καμία σημασία! Ο φιλοτομαριστής «ναυαγός» έχει τις δικές του αγωνίες και φοβίες και δεν πιστεύει πλέον σε κανέναν και σε τίποτα, όπως δεν εναποθέτει τις ελπίδες του στον κοινοβουλευτισμό, αν και συνεχίζει να αναζητά ατομικές λύσεις μέσα από κομματικά κανάλια! Το πελατειακό σύστημα αντί να καταρρεύσει με την κορπορατικού χαρακτήρα, δυναμική παρέμβαση της τρόικας, ενδυναμώνεται, επειδή η εξάρτηση από τον κομματισμό μετατρέπεται πλέον σε ζωτική ατομική ή οικογενειακή ανάγκη. Μετά αναρωτιέστε πώς αντέχουν ακόμη ΝΔ και ΠΑΣΟΚ! Αντέχουν όσο θα αντέχουν οι πελάτες τους και οι διαπλεκόμενοι πάτρωνές τους, ασφαλώς! Αντέχουν όσο «λεφτά υπάρχουν» για να χρηματοδοτηθεί η διαδικασία συντεταγμένης πτώχευσης που εξευτελίζει το ελληνικό Κράτος Δικαίου και το Κράτος της έστω και απολύτως στρεβλής και κοινωνικά ανισόρροπης Ευημερίας, ενώ μειώνει θανάσιμα το εθνικό εισόδημα και χαμηλώνει πολύ και απότομα το σημείο αντιστροφής της ύφεσης. Αντέχει και το κόμμα των νεοναζί, επειδή αντέχουν και οι πλέον χυδαίες υπάρξεις ενός καθεστώτος, το οποίο την ιστορία εξέλιξης του απανθρωπισμού στην Ελλάδα, «πάση θυσία» μάλιστα, αποκαλεί success story!
Oι υποστηριχτές της ακροδεξιάς είτε αυτή φωλιάζει μέσα στη ΝΔ, είτε ως κόμμα κυνηγιέται σήμερα από αυτήν – για να του αρπάξει ψήφους – αποτελούν αναμφίβολα τις πλέον αλλοτριωμένες, χυδαίες και αντικοινωνικές προσωπικότητες, ενός συστήματος που τον σύγχρονο (κοινωνικοοικονομικό) απανθρωπισμό βαπτίζει εξορθολογισμό και προσαρμογή στην ΟΝΕ! Τα λογής-λογής σοβινιστικά και ρατσιστικά φασιστοειδή με τις μιλιταριστικές ονειρώξεις που δηλώνουν πως αποστρέφονται τα κόμματα, ενώ δεν διστάζουν να υποστηρίζουν τα πλέον αυταρχικά και αρχηγικά εξ αυτών, αποτελούν έκφραση μιας ακραίας αλλοτρίωσης και διάσπασης του κοινωνικού εαυτού. Είναι διαταραγμένες προσωπικότητες με δραματικές ανασφάλειες και φοβερά συμπλέγματα, που αναζητούν λύτρωση (πολιτική νομιμοποίηση, στην ουσία) μέσα από την διαδικασία άρθρωσης ενός κούφιου εθνικισμού και μιας χυδαίας επιθετικότητας εναντίον καθενός, που φαντάζει στα μάτια τους φορέας «συστημικής» ισχύος, ασχέτως από πού και πώς αντλεί αυτός στην πραγματικότητα την κοινωνική του δύναμη. Αρκεί που εμφανίζεται ισχυρός. Για να είναι, δεν μπορεί κάποια βρωμιά κρύβει το πράγμα, κάποια απατεωνιά, κάποια λαθροχειρία, κάποια πατρωνία, κάποια ανηθικότητα, κάποια έστω.. τύχη! Άρα, επάνω του… άρα είσαι φασίστας, φίλε που πονηρεύεσαι, ζηλεύεις και μισείς γενικώς και συμπλεγματικώς το διαφορετικό, και αποτελείς κοινωνικό πρόβλημα, ασχέτως τί ψηφίζεις, αν ψηφίζεις και τί δηλώνεις σήμερα πως προτίθεσαι να ψηφίσεις.
Το ζήτημα για την ελληνική κοινωνία, την ελληνική διανόηση και την πολιτεία δεν είναι να διασκεδάσει τον εκφασισμό, ούτε να σπρώξει κάτω από το κοινοβουλευτικό χαλάκι την ΧΑ, αλλά να αναδείξει τον αιτιατό μηχανισμό που παράγει ακροδεξιές στάσεις και συμπεριφορές και να διαμορφώσει πολιτικές συνθήκες για την αντιμετώπισή του (φασισμός) στη βάση, αφού παράλληλα αποκλείσει νομοθετικά τον κοινωνικοπολιτικό ακτιβισμό των νεοναζί. Το ζήτημα για την αριστερά και τους φιλελεύθερους δημοκράτες είναι να αντιληφθούν πως το πιο ριζοσπαστικό που θα μπορούσαν να πράξουν σήμερα, υπό τις συγκεκριμένες παραγωγικές και διεθνοπολιτικές ηγεμονικές και οικονομικές συνθήκες, είναι να ενωθούν στο πλαίσιο ενός ανένδοτου αγώνα για την αποκατάσταση της νομιμότητας στης Ελλάδα, του Κράτους Δικαίου δηλαδή, και για την αναδιοργάνωση των θεσμών στη βάση της αναλογικής αντιπροσώπευσης, της διαφάνειας, της αξιοκρατίας, του διαχωρισμού των εξουσιών, της συμμετοχής των πολιτών στις αποφάσεις και για την ανάπτυξη του δευτερογενούς και πρωτογενούς τομέα της εθνικής οικονομίας μας, αποκαθιστώντας τον εργαζόμενο ως υπεύθυνο παράγοντα της παραγωγής.
Οι δημοσκοπήσεις, λοιπόν, κρύβουν αυτό που οφείλει ο δημοκρατικός κόσμος να αναδείξει (: μια κράμπα της δημοκρατίας, εξαιτίας της εσωτερικής διαλεκτικής σύνθεσης του νεοφιλελευθερισμού με τον αυταρχισμό και τον καπιταλιστικό ολοκληρωτισμό) και επ’ αυτού να πολιτευθεί αντιλαϊκιστικά και να διεκδικήσει να κυβερνήσει έντιμα και καθαρά, σε μια βάση πραγματισμού, ο οποίος εάν αγνοήσει την σοσιαλιστική ιδεολογία, συνείδηση και κοσμοαντίληψη, θα καταλήξει στη φαιδρή σήμερα «σοσιαλδημοκρατία», που διεκδικεί απλώς μερίδιο εξουσίας από την Δεξιά στην Ευρώπη. Αυτό θα δικαίωνε απολύτως τους νεοναζί και θα ενδυνάμωνε περισσότερο τον φασισμό, που δεν έμαθε να τρομάζει από τον εαυτό του, καθώς αποφεύγει τον καθρέφτη, ή όταν συμβαίνει να καθρεφτίζεται βλέπει κάποιον άλλον από αυτόν που στην πραγματικότητα είναι: ένα συμπλεγματικό, στερημένο, φοβισμένο και πολιτικά διεστραμμένο προϊόν ενός καθεστώτος ακραίου απανθρωπισμού…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου