8.1.14
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΟΛΑΦΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΓΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΜ”Ε”!
“Ανακοίνωση-Δελτίο Τύπου σχετικά με δηλώσεις Υπουργού Δημόσιας Τάξης όσον αφορά στο χειρισμό υποθέσεων τρομοκρατίας από τη Δικαιοσύνη”.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ-ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος με αφορμή :
(α) συνέντευξη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη στην Εφημερίδα
«Καθημερινή» της 4/5-1-2014 («Δεν βαδίζει στα τυφλά η ΕΛ.ΑΣ»), στην
οποία –εκτός άλλων- κάνει λόγο «για μη ύπαρξη οιασδήποτε συνέπειας σε
δικαστικούς λειτουργούς που ευθύνονται για την άφεση ελευθέρου
επικίνδυνου τρομοκράτη λόγω παρέλευσης 18μηνου, κατά παραβίαση κάθε
έννοιας σοβαρότητας και δικαίου», (β) δηλώσεις του ίδιου Υπουργού την
7-1-2014, μετά συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με τις
οποίες υπέλαβε ως δεδομένη την πλημμελή άσκηση καθηκόντων δικαστικού
λειτουργού που μετείχε στο Πειθαρχικό Συμβούλιο Καταστήματος Κράτησης,
από το οποίο χορηγήθηκε άδεια σε κρατούμενο καταδικασθέντα για υπόθεση
τρομοκρατίας, που δεν επέστρεψε μετά το πέρας της, καθώς και (γ)
δημοσιεύματα Εφημερίδων (Εφημερίδες «Τύπος της Κυριακής» της 4/5-2014,
«Ελεύθεροι και με το νόμο 29 κατηγορούμενοι για την τρομοκρατία»,
«Καθημερινή» της 8-1-2014, «Κύριο ¶ρθρο-ολιγωρία έναντι της
τρομοκρατίας»), εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την απλότητα με την
οποία όργανα της Πολιτείας και φορείς της ενημέρωσης προσεγγίζουν
ζητήματα απονομής της Δικαιοσύνης, ευρισκόμενα πέραν της αρμοδιότητάς
τους και των οποίων την ουσία μάλλον αγνοούν, αισθάνεται δε την ανάγκη
να γνωστοποιήσει τα εξής :
(i) Ο –διατελέσας και Υπουργός Δικαιοσύνης- Υπουργός Δημόσιας Τάξης
& Προστασίας του Πολίτη, θα μπορούσε ευχερώς να πληροφορηθεί, πριν
προβεί στις δηλώσεις του περί μη απόδοσης ευθυνών σε δικαστικούς
λειτουργούς, ότι για τη συγκεκριμένη υπόθεση διαφυγής δύο κατηγορουμένων
σε υπόθεση τρομοκρατίας, ενόσω είχε αρθεί η προσωρινή τους κράτηση λόγω
παρέλευσης του ανώτατου ορίου αυτής και εκκρεμούσης της δίκης τους,
παραγγέλθηκε η διενέργεια πειθαρχικής προκαταρκτικής εξέτασης από τον
τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, την οποία διενήργησε Αντεισαγγελέας
του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σχετική υπόθεση τέθηκε στο αρχείο,
λαμβανομένης υπόψη «(α) της πραγματικής επιβάρυνσης των δικαστικών
λειτουργών, που χειρίστηκαν την υπόθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης (…)
από το πέρας της κυρίας ανάκρισης μέχρι και την έκδοση του
παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, (β) της
πολυπλοκότητας της υπόθεσης αυτής, για την οποία σχηματίσθηκε
ογκωδέστατη δικογραφία, με πολλές επιμέρους υποθέσεις, πολλές αξιόποινες
πράξεις και πολλούς κατηγορουμένους, η μελέτη της οποίας απαιτούσε πολύ
χρόνο και (γ) της δυσχέρειας διερεύνησης των θεμάτων (πραγματικών και
νομικών) που ανέκυπταν, κατά το χρόνο μελέτης των αποδεικτικών στοιχείων
της υπόθεσης, όπως, άλλωστε, προέκυψε και από τη διαδικασία στο
ακροατήριο που διήρκεσε από την 5-10-2011 έως την 3-4-2013». Επομένως,
το αίτημα ταχείας περαίωσης μιας προφανώς δυσχερούς και απαιτητικής σε
διαδικαστικές ενέργειες υπόθεσης, ούτε στη λογική ευρίσκει έρεισμα –σε
πείσμα της τυχόν επιθυμίας της κοινής γνώμης και του Υπουργού Προστασίας
του Πολίτη-, ούτε όμως στις εγγυήσεις της δίκαιης δίκης που
υποχρεούνται να τηρούν οι δικαστικοί λειτουργοί στην Ελλάδα. Το σχετικό
νομικό πλαίσιο (απώτατα όρια προσωρινής κράτησης, ταχεία περαίωση της
ανάκρισης με περιστολή της άσκησης δικονομικών δικαιωμάτων των
κατηγορουμένων κ.λπ.) είχε πλήρη την ευχέρεια ο καταγγέλλων νυν Υπουργός
Προστασίας του Πολίτη να μεταρρυθμίσει επί το ταχύτερον, ενώ διατελούσε
Υπουργός της Δικαιοσύνης, πλην όμως δεν το έπραξε.
Τέλος, θα ήταν ενδιαφέρον ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης & Προστασίας του
Πολίτη που μέμφεται σήμερα γενικά το σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης,
υποστηρίζοντας ότι υπέπεσε σε κολοσσιαίας σημασίας παράλειψη, να αφήσει
ελεύθερο επικίνδυνο τρομοκράτη, λόγω παρέλευσης 18μήνου και κάνοντας
λόγο, για μη ύπαρξη οποιασδήποτε συνέπειας, σε βάρος των δικαστικών
λειτουργών, που τυχόν ευθύνονται, για το γεγονός αυτό, να ενημέρωνε με
την ίδια παρρησία την κοινή γνώμη για το αθωωτικό αποτέλεσμα της
Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης που ο ίδιος διέταξε, μετά την αποφυλάκιση
δύο εκ των κατηγορουμένων της υπόθεσης αυτής, λόγω παρέλευσης του
18μήνου, όσον αφορά σε τυχόν πειθαρχικές ευθύνες αστυνομικών του
αρμόδιου Τμήματος Ασφαλείας, οι οποίοι μετά πάροδο εννέα (9) ημερών από
την ημερομηνία που οι εν λόγω κατηγορούμενοι όφειλαν να εμφανιστούν
ενώπιόν τους αντελήφθησαν το γεγονός, ανήγγειλαν δε τούτο στην
Εισαγγελία Εφετών Αθηνών και στην προϊσταμένη υπηρεσία τους μετά πάροδο
πέντε (5) ακόμη ημερών.
(ii) Ομοίως δημοσιεύματα που από προφανή άγνοια του εθνικού ποινικού
δικονομικού πλαισίου που διέπει κάθε δίκη –για να μπορεί αυτή να
θεωρείται δίκαιη, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου- κάνουν λόγο για «ολιγωρία της Δικαιοσύνης όταν συλληφθέντες
για εγχώριες τρομοκρατικές οργανώσεις …επισήμως και νομίμως κυκλοφορούν
ελεύθεροι με απαλλακτικά βουλεύματα, διατάξεις ανακριτών και αθωωτικές
αποφάσεις», δεν συμβάλλουν στην ορθή πληροφόρηση του κοινού, αλλά και
στην καλή λειτουργία της Δημοκρατίας, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των
πολιτών στον τρόπο με τον οποίο απονέμεται η Δικαιοσύνη, ως μία από τις
τρεις ανεξάρτητες λειτουργίες του Πολιτεύματος, αφού θέτουν σε
αμφισβήτηση με τρόπο πρόχειρο και εντυπωσιοθηρικό το συνταγματικά
κατοχυρωμένο δικαιοδοτικό έργο της.
(iii) Όσον αφορά, τέλος, στο θεσμό των σωφρονιστικών αδειών, θα πρέπει
να επισημανθεί ότι ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός (εισαγγελέας)
μετέχει στο σχετικό Πειθαρχικό Συμβούλιο που δεν αποτελεί δικαστικό
όργανο, με μία (1) ψήφο μεταξύ τριών (οι λοιπές ανήκουν, σύμφωνα με το
άρθρο 70 § 1 Ν 2776/1999 στο διευθυντή του σωφρονιστικού καταστήματος
και στον αρχαιότερο κοινωνικό λειτουργό αυτού), κάθε δε αίτηση χορήγησης
άδειας κρίνεται εξατομικευμένα, χωρίς σύνδεση με εξωνομικά ή με μη
συναρτώμενα με τη συμπεριφορά του αιτούντος άδειας κρατουμένου
κριτήρια. Επί του παρόντος, ο νόμος ουδεμία διάκριση κάνει όσον αφορά σε
συγκεκριμένες κατηγορίες εγκληματιών ως δικαιουμένων ή μη σωφρονιστικής
άδειας (άρθρο 55 Ν 2776/1999 όπως έχει τροποποιηθεί), ο δε θεσμός –από
πολλών δεκαετιών γνωστός στο Δυτικό νομικό κόσμο- (a) αποτελεί εγγενές
τμήμα έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής, (b) συμβάλλει
ουσιωδώς στην επάνοδο του καταδίκου στην ανοικτή κοινωνία και στην
άμβλυνση των δυσμενών συνεπειών του εγκλεισμού, ενώ (c) επιστημονικά και
δεοντολογικά δεν πρέπει να καθίσταται αντικείμενο κριτικής και
συλλήβδην απόρριψης, με αφορμή μεμονωμένες μόνον περιπτώσεις της
επικαιρότητας, χωρίς να συνεκτιμάται η γενικότερη σημασία του. Εάν,
τέλος, ο νομοθέτης κρίνει ότι ο θεσμός χρήζει αναθεώρησης, έχει τη
συνταγματική ευχέρεια να το πράξει, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι
τυχόν τροποποιήσεις που θα επιφέρει δεν θα υπαγορεύονται από την πίεση
της επικαιρότητας, αλλά θα αντικρύζουν τεκμηριωμένες δικαιοπολιτικές και
εγκληματοπροληπτικές ανάγκες.
Κατόπιν αυτών, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος
καλεί τους εκπροσώπους της Πολιτείας και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας
να αντιδρούν με σώφρονα τρόπο όσον αφορά στα ζητήματα λειτουργίας και
απονομής της Ποινικής Δικαιοσύνης, να ασκούν δε τη συναφή κριτική τους
στο πλαίσιο που διαγράφει το Σύνταγμα, ο νόμος και τα πέραν αμφισβήτησης
γνωστά δεδομένα της εκάστοτε υπόθεσης.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ε.Ε.
Ο Πρόεδρος Ο Γεν. Γραμματέας
Κωνσταντίνος Τζαβέλλας Δημήτριος Ζημιανίτης
Αντεισαγγελέας Εφετών Εισαγγελέας Πρωτοδικών
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου