5.7.10
Οι δημοσκοπήσεις και ο χορός του Ζαλόγγου
Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Η δημοσκόπηση της Κάπα Research για «Tο Βήμα της Κυριακής» δεν προκαλεί καμιά έκπληξη. Εξ άλλου αποτυπώνει ένα πολιτικό κλίμα το οποίο είχε αρχίσει να εμπεδώνεται ήδη από τις ευρωεκλογές του 2009, όταν η αποχή εκτινάχθηκε πάνω από το 47% χτυπώντας το καμπανάκι για τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης.
Στις βουλευτικές της ίδιας χρονιάς όλοι κατάλαβαν ότι αυτό το σύστημα πήρε, στο πρόσωπο του Γ. Παπανδρέου, μια τελευταία ευκαιρία. Παράλληλα, σε ελάχιστο χρόνο, ήρθε ένα ακόμη μήνυμα: ότι τα πολιτικά τζάκια τελειώνουν.
● Πρώτα το καραμανλικό, καθώς ο τέως πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής βρέθηκε απαξιωμένος στο περιθώριο καθώς διέψευσε πλήρως όσα επενδύθηκαν πάνω του: εξελέγη με σημαία τη διαφάνεια και το «ηθικό πλεονέκτημα» έναντι του ΠΑΣΟΚ για να βρεθεί μαζί με το κόμμα του στα Τάρταρα της ανυποληψίας και της αποφοράς των σκανδάλων της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης.
● Ύστερα πήρε σειρά το μητσοτακικό, καθώς το «αδιαμφισβήτητο» πλεονέκτημα της Ντόρας Μπακογιάννη πήγε στα σκουπίδια για να εκλεγεί ο κάποτε «αποσυνάγωγος» Αντώνης Σαμαράς μέσα από μια μαζική και πρωτόγνωρη για τη Ν.Δ. διαδικασία με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων οπαδών του κόμματος. Η έξοδός της Μπακογιάννη από τη Ν.Δ. ήταν θέμα χρόνου.
● Μαζί με την Μπακογιάννη ηττήθηκαν και όλες οι κατεστημένες νεοδημοκρατικές πολιτικές οικογένειες που τάχθηκαν στο πλευρό της.
● Στη συνέχεια κάηκαν πολιτικά, μέσω των αποκαλύψεων για τα σκάνδαλα της τελευταίας δεκαετίας, όχι μόνον το «σύστημα» Σημίτη, αλλά και ο έτερος πόλος του παλαιού ΠΑΣΟΚ Άκης Τσοχατζόπουλος.
● Έτσι ο Γ. Παπανδρέου έμεινε ο τελευταίος γόνος μεγάλου πολιτικού τζακιού που επιβιώνει σε θέση κορυφής, και μάλιστα ως πρωθυπουργός.
Βαθύτατη ανασφάλεια
Η πρωθυπουργία του τελευταίου των Παπανδρέου ωστόσο δεν άρχισε με όρους που να διασφαλίζουν ή να προϊδεάζουν για τη μακροημέρευσή της.
● Η πλήρης διάψευση κάθε προεκλογικής δέσμευσης,
● η υπαγωγή της χώρας στο ΔΝΤ,
● η ανηλεής επίθεση σε κάθε είδους εργασιακό και ασφαλιστικό δικαίωμα,
● η διαγραφόμενη ύφεση,
● η διαρκής απειλή της ελεγχόμενης ή ανεξέλεγκτης πτώχευσης (συνεχώς διατυπούμενη από την ίδια την κυβέρνηση, αλλά και από το σύνολο αρμόδιων και αναρμόδιων για τη μοίρα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας),
● η εκχώρηση κάθε έννοιας εθνικής κυριαρχίας,
● η απαξίωση και η υποβάθμιση του ρόλου της Βουλής, του συντάγματος και των δικαστικών αρχών
● η αναγωγή της «επόμενης δόσης» σε υπεράνω όλων ρυθμιστή της προσωπικής και συλλογικής επιβίωσης,
● το (δικαιολογημένα) τραγικό έλλειμμα εμπιστοσύνης στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία
● και κυρίως η έλλειψη μιας πειστικής εναλλακτικής πρότασης έναντι του διαγραφόμενου οικονομικού και πολιτικού αδιεξόδου και της διαρκούς απειλής μιας μορφής πτώχευσης είναι οι παράγοντες που ανέτρεψαν κάθε παλαιά «βεβαιότητα» εγκαθιστώντας μια βαθύτατη αίσθηση ανασφάλειας για το μέλλον της μέσης ελληνικής οικογένειας ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας ή προτίμησης.
Με υλικά κατεδαφίσεως
Ίσως κάποιες πολιτικές αναλύσεις αντιμετωπίσουν με έναν βαθμό έκπληξης το ότι, εκτός από τα «παλαιά» κόμματα, δεν φαίνεται να επωφελούνται ιδιαίτερα και τα καινούργια: η Δημοκρατική Αριστερά της πάλαι ποτέ ανανεωτικής πτέρυγας του ΣΥΝ ή το αναμενόμενο κόμμα της Μπακογιάννη. Ωστόσο αυτό είναι, μέχρι στιγμής, μάλλον φυσιολογικό, καθώς η κοινωνία φαίνεται να κινείται στον αστερισμό της απογοήτευσης.
Από την άλλη πλευρά τόσο τα εντελώς νέα κόμματα όσο και ο ΛΑΟΣ, που σχετικά πρόσφατα κέρδισε μια σταθερή θέση στο πολιτικό σκηνικό, είναι προφανές ότι χτίστηκαν και θα χτιστούν με τα υλικά κατεδαφίσεως του ήδη χρεοκοπημένου μεταπολιτευτικού συστήματος και κυρίως μακριά από τις ανάγκες της κοινωνίας.
1. Ο ΛΑΟΣ, παρ' ότι επί χρόνια κινείται επί τη βάσει ενός είδους «πατριωτικής» ρητορείας, έχει ήδη καταχωριστεί ως επισπεύδων της υπαγωγής της χώρας στην τριμερή επιτροπεία και ειδικότερα στο ΔΝΤ, η οποία μέχρι στιγμής επισωρεύει δεινά χωρίς να αφήνει χαραμάδα αισιοδοξίας για φως στο βάθος του «τούνελ», παρά τις αλλεπάλληλες διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης.
Επιπλέον, αν και πρόκειται για κόμμα βγαλμένο από τα σπλάχνα της ελληνικής Δεξιάς, εκπροσωπώντας τη δεξιότερη εκδοχή της, δεν έχει ούτε κατ’ ελάχιστον καταφέρει να δώσει έναν νέο χαρακτήρα στην παράταξη από την οποία προέρχεται. Σε καμιά περίπτωση μάλιστα δεν έχει αποτελέσει τον καταλύτη της «ανανέωσής» της. Απλώς πήρε ένα κομμάτι από το δεξιό οικόπεδο λειτουργώντας ως παράγοντας αποδόμησής της.
2. Το εξαγγελθέν κόμμα της Μπακογιάννη, το οποίο εντάσσεται πλήρως στη λογική της επιτήρησης, ήδη προεξοφλείται ότι θα αποτελέσει, λόγω της νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής ταυτότητας του μητσοτακικού στρατοπέδου, παράγοντα ενίσχυσης της υπερκομματικής «παράταξης του ΔΝΤ».
Αν και είναι κάπως νωρίς, ωστόσο τίποτε απολύτως δεν προϊδεάζει για τη δυνατότητά του να αντικαταστήσει ή να υποκαταστήσει την εναπομείνασα Ν.Δ. Πολύ περισσότερο δεν προβλέπεται ότι θα αποτελέσει έναν – έστω εξωτερικό – παράγοντα «ανανέωσης» της ελληνικής Δεξιάς. Απλώς θα κατοχυρώσει ένα μέρος του «οικοπέδου» και θα επιτείνει την εικόνα αποδόμησης ότι μόνον της παραδοσιακής Δεξιάς, αλλά και του όλου πολιτικού συστήματος.
3. Το κόμμα των ανανεωτικών του ΣΥΝ βρίσκεται επίσης ενώπιον ενός καταφανούς πολιτικού αδιεξόδουΤ. Ενώ απέτυχε επί χρόνια να «ανανεώσει» τον πολιτικό χώρο της προέλευσής του, ο μόνος ρόλος που μπορεί να του αναλογεί είναι αυτός της «ανανέωσης» του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αδυνατεί να ανανεωθεί από δυνάμεις στο εσωτερικό του.
Το ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε αν αναλάβει τέτοιο ρόλο ένα σχήμα το οποίο κινείται με μια ατζέντα παραπληρωματική της κυβερνητικής. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι στιγμής, αντί για επιλογή διεξόδου, η Δημοκρατική Αριστερά μοιάζει μάλλον να εντάσσεται στο πλαίσιο της αποδόμησης μιας συνομοσπονδιακής εκδοχής της Αριστεράς που είχε φτάσει στα οργανωτικά και πολιτικά όριά της και στην αδυναμία περαιτέρω συνύπαρξης τόσο διαφορετικών πολιτικών αντιλήψεων στο εσωτερικό της.
4. Όσο για τους Οικολόγους Πράσινους, μια ακόμη πολιτική παράμετρο που σχετικά πρόσφατα έδειξε πιθανότητες σοβαρής εκλογικής αποτύπωσης, το μόνο δεδομένο είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα σχήμα το οποίο παραμένει χωρίς ξεκάθαρη πολιτική ταυτότητα.
Με έμφαση και σχεδόν μονοσήμαντη αναφορά στο περιβάλλον, έχοντας κατ’ επανάληψη διακηρύξει τη διαθεσιμότητά του για συνεργασίες με κυρίως περιβαλλοντικά και δευτερευόντως πολιτικά κριτήρια, παραμένει μια αστάθμητη παράμετρος του πολιτικού συστήματος, η οποία δεν επιτρέπει καμιά σοβαρή πρόβλεψη ούτε για την πολιτική βιωσιμότητά της ούτε για τη δυνατότητά της να παίξει σημαντικό πολιτικό ρόλο.
Η – σε έναν βαθμό – πολιτική συγγένειά της με την ανανεωτική Αριστερά κάνει τους περισσότερους να προεξοφλούν συνεργασία των δύο αυτών χώρων με στόχο την είσοδο στη Βουλή στις επόμενες εκλογές.
Βιώσιμα υπό όρους
Οι παραπάνω παρατηρήσεις για τους νέους παίκτες του πολιτικού συστήματος δεν βασίζεται μόνο στη στιγμιαία δημοσκοπική τους αποτύπωση, καθώς καμιά παρόμοια μέτρηση – ακόμη κι αν βασικά της στοιχεία εμμένουν για μεγάλες περιόδους – δεν μπορεί να αναιρέσει τη φυσιογνωμία και τα πολιτικά όρια ενός πολιτικού μορφώματος.
Χαρακτηριστικότερο όλων το παράδειγμα της δημοσκοπικής εκτίναξης του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος όχι μόνο προσγειώθηκε απότομα, αλλά ήδη έχει διασπαστεί, απειλείται και από δεύτερη διάσπαση και αυτή την εποχή μετράται πάλι στο ψυχοφθόρο όριο του 3%, χωρίς κανείς να μπορεί να προδιαγράψει με ασφάλεια τη μοίρα του.
Κατά τον ίδιο τρόπο τα δημοσκοπικά «παιχνίδια» μπορούν κάλλιστα να αναδείξουν κι άλλα παρόμοια «ασανσέρ» την προσεχή περίοδο. Ωστόσο η μοίρα τόσο των παλαιών όσο και των νέων πολιτικών και κομματικών σχηματισμών – ή και όσων τυχόν μας προκύψουν στο μέλλον – θα κριθεί από δύο παράγοντες:
● Από την πολιτική τους φυσιογνωμία και ταυτότητα, αλλά και από τον βαθμό έκφρασης πραγματικών κοινωνικών αναγκών. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, από την ικανότητά τους να παραγάγουν πολιτικό αποτέλεσμα και διεξόδους από μια οικονομική και κοινωνική κατάσταση που διαγράφεται όλο και πιο ζοφερή.
● Από τις εξελίξεις στην οικονομία. Αν, για παράδειγμα, υλοποιηθεί το δυσοίωνο σενάριο της ελεγχόμενης πτώχευσης της Ελλάδας (αναδιάρθρωση - αναδιαπραγμάτευση του χρέους με όρους τρόικας, εντός ή εκτός ευρώ), τότε η προοπτική επιβίωσης όσων στερούνται εναλλακτική στρατηγική και πρόταση θα είναι τουλάχιστον αμφίβολη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου