11.2.14
Οι Τσιτσιολίνες πάνω στα ανθρώπινα συντρίμμια στήνουν τις πασαρέλες των εκλογών
Τώρα
ειδικά που πολύ πιθανόν να αλλάξει το ψηφοδέλτιο των ευρωεκλογών και
από λίστα να έχουμε σταυροδοσία, θα ξεχυθούν στα πάνελ των τηλεοπτικών
εκπομπών να βρουν τα πρόσωπα που θα είναι αναγνωρίσιμα για το τηλεοπτικό
κοινό έτσι ώστε αυθόρμητα να βάλεις τον σταυρό στον δημοφιλή και όχι
στον άξιο.
Όχι ότι θα υπήρχε άξιος διότι αυτός που έχει χρόνο και χρήμα να σπαταλήσει για να κατακτήσει μία θέση είτε στο δημοτικό, είτε στο περιφερειακό, είτε στο εθνικό, είτε στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, ένας χομπίστας σωτήρας είναι σαν τα αφεντικά του. Κανείς και πάλι από τους αγανακτισμένους και κατεστραμμένους ψηφοφόρους δεν θα αναρωτηθεί που διάολο βρίσκουν το χρήμα όλοι αυτοί, από τα βουνά μέχρι την πρωτεύουσα, να διανύσουν τον προεκλογικό τους αγώνα. Κανείς δεν θα αναρωτηθεί και πάλι πώς πληρώνεται ένα γραφείο προεκλογικό, πόσο στοιχίζουν οι καταχωρήσεις σε εφημερίδες, πόσο τα κεράσματα στα καφενεία και στα μπαρ και πόσο οι στημένες συνεντεύξεις σε ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο.
Όσο ο πολίτης δεν αναρωτιέται και... θεωρεί φυσικό το έξοδο του υποψηφίου τόσο πιο εύκολα γίνεται για τα κόμματα να δρουν όπως είναι χρόνια στημένο το παιχνίδι ακόμα κι αν αυτή την στιγμή ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας είναι φτωχός και άλλος μισός, εν μέσω της εικονικής ευδαιμονίας του, μελλοθάνατος. Το σκεπτικό, τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης, είναι να σε θαμπώσουν με το δημοφιλές πρόσωπο γιατί σε ξέρουν καλά ότι πρώτα είσαι τηλεθεατής και ύστερα πολίτης. Όχι μόνο δεν έγινε ζημιά στο τηλεοπτικό γίγνεσθαι κατά την δημοκρατική κατοχή που ζούμε, αλλά αποδεικνύεται από το σκεπτικό των κομματόσκυλων,ότι είσαι πιο πολύ εθισμένος στο γυαλί από ό,τι στην ίδια την ζωή.
Δεν χρειάζεται να αλλάξουν καμία συνταγή από την γέννηση της ιδιωτικής τηλεόρασης μέχρι και σήμερα. Όσο περισσότερη φασαρία κάνει το τηλεοπτικό πρόσωπο τόσο περισσότερο θα έχει την αποδοχή. “Δεν με νοιάζει τι λες για μένα, μόνο να λες σωστά το όνομά μου”, ήταν, είναι και θα είναι το αμερικανικό τηλεοπτικό σλόγκαν της κάθε δημοκρατίας. Να σου έρχεται το όνομα αυθόρμητα ακόμα κι αν ο προσδιορισμός τους είναι “μαλάκας”, “προδότης”, “πουτάνα”, “λαμόγιο”, “πουλημένος”. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι ο αυθόρμητος προσδιορισμός για την Ελληνική Βουλή είναι “μπουρδέλο”. Με τα ψηφισμένα υλικά που απαρτίζεται μόνο τέτοιο μπορεί να είναι. Το θέμα είναι όμως ότι δεν είναι ένα “μπουρδέλο” στο οποίο μπούκαραν τσατσάδες, πουτάνες και νταβατζήδες από μόνοι τους. Τους έστειλες εσύ γιατί πρώτα γνώριζες το όνομα και το πρόσωπο και μετά την απομάκρυνση από την κάλπη ανακάλυψες πόσο “πουτάνες” τελικά ήταν.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε και η άνεση που έχουν τα τελευταία χρόνια όλοι οι κομματικοί εκπρόσωποι των χωριών, των κωμοπόλεων και πόλεων, στην κάμερα και στο γυαλί. Δεν έχουν καμία αναστολή ακόμα και όταν τα ελληνικά τους αρχίζουν με “ουγκρ” και τελειώνουν σε “μουγκρ” να προβούν σε δημόσια πολιτική ανάλυση. Δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό ακόμα και όταν γνωρίζουν ότι θα γίνουν ρεζίλι. Το ρεζίλι σε κάνει γνωστό, κατ' επέκταση δημοφιλή και ακριβώς μετά ψηφισμένο εκπρόσωπο σε ένα δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο και γιατί όχι στο εθνικό ή ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Η εντολή κάθε είδους ψηφοφορίας και όπως φαίνεται και για την ψήφιση ευρωβουλευτών είναι “προσωπική μάχη”. Αυτό σημαίνει ότι ως πολίτης δεν ψηφίζεις ένα οικονομικοκοινωνικοπολιτικό σύστημα αλλά το πρόσωπο. Και το πρόσωπο δεν είναι η φάτσα του ανέργου, του πραγματικού αγρότη, του βιοπαλαιστή, της νοικοκυράς, του καθημερινού ανθρώπου. Το πρόσωπο είναι αυτό που χωρά στο “κάδρο” και δεν χαλάει την τηλεοπτική εικόνα. Είναι αυτό που μπορεί να γίνει το παραβάν και να καλύψει τα πραγματικά πρόσωπα της πραγματικής ζωής.
Η πραγματικότητα την συγκεκριμένη χρονική στιγμή που διανύει η Ελλάδα δεν έχει φωτισμούς τηλεοπτικού στούντιο, έχει κομμένο ρεύμα σε σπίτια και επιχειρήσεις. Δεν έχει κοντομάνικα φορεματάκια οίκου, αλλά τέσσερα πουλόβερ και κουβέρτα από πάνω για να αντέξεις το κρύο. Δεν έχει πούδρα για να μην γυαλίζει το αφράτο μαγουλάκι, αλλά μαύρους κύκλους και αποστέωση από την έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Δεν έχει ροζ απαλά χεράκια, αλλά χαρακωμένα από άγρια μεροκάματα χέρια χωρίς ασφάλιση μετά από 18ωρο. Η πραγματικότητα έχει χαράτσι και φόρο, έχει έξωση και πλειστηριασμό, δεν έχει 6,000 ευρώ για τον δήμαρχο, 7,000 για τον περιφερειάρχη, 4,000 ευρώ για τον αντιδήμαρχο, 1,000 ευρώ και κάθε επιτροπή, ούτε σπίτι στις Βρυξέλλες με όλα τα παρελκόμενα για τον σωτήρα ευρωβουλευτή.
Η πραγματική ζωή στην Ελλάδα έχει κόστος λιγότερο από 1 ευρώ ανά πολίτη. Όσο στοιχίζει δηλαδή το ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου τηλεοπτικού χρόνου ή μία λέξη έντυπης συνέντευξης για τον κάθε προβεβλημένο, χωριάταρο ή αρχοντοχωριάταρο, που ακόμα σε πείθει ότι θα σου αλλάξει την πραγματική σου ζωή.
γράφει ο Γιάννης Λαζάρου
από το Στον τοίχο
Όχι ότι θα υπήρχε άξιος διότι αυτός που έχει χρόνο και χρήμα να σπαταλήσει για να κατακτήσει μία θέση είτε στο δημοτικό, είτε στο περιφερειακό, είτε στο εθνικό, είτε στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, ένας χομπίστας σωτήρας είναι σαν τα αφεντικά του. Κανείς και πάλι από τους αγανακτισμένους και κατεστραμμένους ψηφοφόρους δεν θα αναρωτηθεί που διάολο βρίσκουν το χρήμα όλοι αυτοί, από τα βουνά μέχρι την πρωτεύουσα, να διανύσουν τον προεκλογικό τους αγώνα. Κανείς δεν θα αναρωτηθεί και πάλι πώς πληρώνεται ένα γραφείο προεκλογικό, πόσο στοιχίζουν οι καταχωρήσεις σε εφημερίδες, πόσο τα κεράσματα στα καφενεία και στα μπαρ και πόσο οι στημένες συνεντεύξεις σε ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο.
Όσο ο πολίτης δεν αναρωτιέται και... θεωρεί φυσικό το έξοδο του υποψηφίου τόσο πιο εύκολα γίνεται για τα κόμματα να δρουν όπως είναι χρόνια στημένο το παιχνίδι ακόμα κι αν αυτή την στιγμή ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας είναι φτωχός και άλλος μισός, εν μέσω της εικονικής ευδαιμονίας του, μελλοθάνατος. Το σκεπτικό, τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης, είναι να σε θαμπώσουν με το δημοφιλές πρόσωπο γιατί σε ξέρουν καλά ότι πρώτα είσαι τηλεθεατής και ύστερα πολίτης. Όχι μόνο δεν έγινε ζημιά στο τηλεοπτικό γίγνεσθαι κατά την δημοκρατική κατοχή που ζούμε, αλλά αποδεικνύεται από το σκεπτικό των κομματόσκυλων,ότι είσαι πιο πολύ εθισμένος στο γυαλί από ό,τι στην ίδια την ζωή.
Δεν χρειάζεται να αλλάξουν καμία συνταγή από την γέννηση της ιδιωτικής τηλεόρασης μέχρι και σήμερα. Όσο περισσότερη φασαρία κάνει το τηλεοπτικό πρόσωπο τόσο περισσότερο θα έχει την αποδοχή. “Δεν με νοιάζει τι λες για μένα, μόνο να λες σωστά το όνομά μου”, ήταν, είναι και θα είναι το αμερικανικό τηλεοπτικό σλόγκαν της κάθε δημοκρατίας. Να σου έρχεται το όνομα αυθόρμητα ακόμα κι αν ο προσδιορισμός τους είναι “μαλάκας”, “προδότης”, “πουτάνα”, “λαμόγιο”, “πουλημένος”. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι ο αυθόρμητος προσδιορισμός για την Ελληνική Βουλή είναι “μπουρδέλο”. Με τα ψηφισμένα υλικά που απαρτίζεται μόνο τέτοιο μπορεί να είναι. Το θέμα είναι όμως ότι δεν είναι ένα “μπουρδέλο” στο οποίο μπούκαραν τσατσάδες, πουτάνες και νταβατζήδες από μόνοι τους. Τους έστειλες εσύ γιατί πρώτα γνώριζες το όνομα και το πρόσωπο και μετά την απομάκρυνση από την κάλπη ανακάλυψες πόσο “πουτάνες” τελικά ήταν.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε και η άνεση που έχουν τα τελευταία χρόνια όλοι οι κομματικοί εκπρόσωποι των χωριών, των κωμοπόλεων και πόλεων, στην κάμερα και στο γυαλί. Δεν έχουν καμία αναστολή ακόμα και όταν τα ελληνικά τους αρχίζουν με “ουγκρ” και τελειώνουν σε “μουγκρ” να προβούν σε δημόσια πολιτική ανάλυση. Δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό ακόμα και όταν γνωρίζουν ότι θα γίνουν ρεζίλι. Το ρεζίλι σε κάνει γνωστό, κατ' επέκταση δημοφιλή και ακριβώς μετά ψηφισμένο εκπρόσωπο σε ένα δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο και γιατί όχι στο εθνικό ή ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Η εντολή κάθε είδους ψηφοφορίας και όπως φαίνεται και για την ψήφιση ευρωβουλευτών είναι “προσωπική μάχη”. Αυτό σημαίνει ότι ως πολίτης δεν ψηφίζεις ένα οικονομικοκοινωνικοπολιτικό σύστημα αλλά το πρόσωπο. Και το πρόσωπο δεν είναι η φάτσα του ανέργου, του πραγματικού αγρότη, του βιοπαλαιστή, της νοικοκυράς, του καθημερινού ανθρώπου. Το πρόσωπο είναι αυτό που χωρά στο “κάδρο” και δεν χαλάει την τηλεοπτική εικόνα. Είναι αυτό που μπορεί να γίνει το παραβάν και να καλύψει τα πραγματικά πρόσωπα της πραγματικής ζωής.
Η πραγματικότητα την συγκεκριμένη χρονική στιγμή που διανύει η Ελλάδα δεν έχει φωτισμούς τηλεοπτικού στούντιο, έχει κομμένο ρεύμα σε σπίτια και επιχειρήσεις. Δεν έχει κοντομάνικα φορεματάκια οίκου, αλλά τέσσερα πουλόβερ και κουβέρτα από πάνω για να αντέξεις το κρύο. Δεν έχει πούδρα για να μην γυαλίζει το αφράτο μαγουλάκι, αλλά μαύρους κύκλους και αποστέωση από την έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Δεν έχει ροζ απαλά χεράκια, αλλά χαρακωμένα από άγρια μεροκάματα χέρια χωρίς ασφάλιση μετά από 18ωρο. Η πραγματικότητα έχει χαράτσι και φόρο, έχει έξωση και πλειστηριασμό, δεν έχει 6,000 ευρώ για τον δήμαρχο, 7,000 για τον περιφερειάρχη, 4,000 ευρώ για τον αντιδήμαρχο, 1,000 ευρώ και κάθε επιτροπή, ούτε σπίτι στις Βρυξέλλες με όλα τα παρελκόμενα για τον σωτήρα ευρωβουλευτή.
Η πραγματική ζωή στην Ελλάδα έχει κόστος λιγότερο από 1 ευρώ ανά πολίτη. Όσο στοιχίζει δηλαδή το ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου τηλεοπτικού χρόνου ή μία λέξη έντυπης συνέντευξης για τον κάθε προβεβλημένο, χωριάταρο ή αρχοντοχωριάταρο, που ακόμα σε πείθει ότι θα σου αλλάξει την πραγματική σου ζωή.
γράφει ο Γιάννης Λαζάρου
από το Στον τοίχο
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου